Η εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου εναντίον των Θρακών, Τριβαλλών και Γετών υπό το πρίσμα της Σύγχρονης Στρατιωτικής Επιστήμης.
Γράφει ο Ιωάννης Αθ. Κόντης, Υποστράτηγος ε.α.(*)

Εισαγωγή
Η εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου εναντίον των Θρακών, των Τριβαλλών και των Γετών αποτελεί την πρώτη εκστρατεία του Μεγάλου Στρατηλάτη, η οποία, αν και άκρως σημαντική, είναι λιγότερο γνωστή στο ευρύ κοινό. Θα αναπτύξω εν συντομία τις τρείς μάχες οι οποίες διεξήχθησαν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας αυτής, με βάση τις ιστορικές πληροφορίες οι οποίες προέρχονται από τον Φλάβιο Αρριανό, τον Διόδωρο Σικελιώτη και τον Πλούταρχο και ακολούθως θα προβώ στη σύντομη αξιολόγησή τους σύμφωνα με τις Αρχές του Πολέμου, οι οποίες διδάσκονται σε όλες τις σύγχρονες Στρατιωτικές Σχολές και Ακαδημίες Πολέμου του κόσμου.

(Αρχαιολογικό Μουσείο Κωνσταντινουπόλεως)
Σκοπός της εργασίας μου είναι να καταδειχθεί, ότι ο Μέγας Αλέξανδρος, ως ένας εκ γενετής Ηγέτης και μέγας Στρατηγός, εισήγαγε και εφάρμοσε επιτυχώς, ακόμη από την περίοδο της πρώιμης νεότητάς του, τις Αρχές του Πολέμου στη Στρατηγική και τις μεταλαμπάδευσε σε μεταγενεστέρους στρατιωτικούς ηγέτες. Στο τέλος του άρθρου, θα αναφερθώ ακροθιγώς στα συμπεράσματά μου επί της εκστρατείας αυτής.
Τι είναι όμως οι Αρχές του Πολέμου; Σας δίδω τον ορισμό από το Εγχειρίδιο Εκστρατείας του Ελληνικού Στρατού, “Επιχειρήσεις” :
Οι Αρχές του Πολέμου αποτελούν θεμελιώδεις αλήθειες με τις οποίες ρυθμίζεται ο τρόπος διεξαγωγής αυτού. Η ορθή εφαρμογή των Αρχών αυτών αποτελεί βασικό παράγοντα για τη διεύθυνση και επιτυχή διεξαγωγή των επιχειρήσεων, πλην όμως, ο βαθμός που κάθε μία από τις Αρχές αυτές υπεισέρχεται κατά τη σχεδίαση και διεξαγωγή των επιχειρήσεων ποικίλλει, ανάλογα με την υπάρχουσα κάθε φορά κατάσταση. Για την ορθή, κατά συνέπεια, εφαρμογή των Αρχών του Πολέμου, απαιτείται πλήρης γνώση αυτών, καθώς και υγιής τακτική κρίση και αντίληψη, σε συνδυασμό με την πείρα.
Αυτές είναι οι παρακάτω δέκα:
- Εκλογή του Σκοπού και Εμμονή σ’ Αυτόν
- Επιθετικό Πνεύμα
- Απλότητα
- Ενότητα Διοικήσεως
- Συγκέντρωση
- Οικονομία Δυνάμεων
- Ελιγμός
- Αιφνιδιασμός
- Ασφάλεια
- Ηθικό
Η εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου εναντίον των Θρακών, των Τριβαλλών και των Γετών
O Μ.Αλέξανδρος (336-323 π.Χ), στις αρχές Φθινοπώρου του 336 π.Χ., σε ηλικία 20 ετών, (γεννήθηκε τον Ιούλιο του 356 π.Χ.) ανήλθε στον θρόνο της Μακεδονίας, μετά την δολοφονία του πατέρα του Φιλίππου Β’ (359-336 π.Χ.). Προκειμένου να επιχειρήσει εναντίων των Περσών και να υλοποιήσει το στρατηγικό σχέδιο το οποίο κληρονόμησε από τον πατέρα του, έθεσε ως άμεσο στόχο την εκτέλεση δύο ενεργειών/αποστολών, οι οποίες έπρεπε να προηγηθούν. Η πρώτη του πολιτική ενέργεια ήταν να εξασφαλίσει την σύμπραξη όλων των ελληνικών πόλεων, χωρίς τη συμμετοχή της Σπάρτης, καθώς και να αναγνωρισθεί προστάτης του Ιερού των Δελφών. Αυτό σήμαινε την ένωση -σχεδόν όλων- των Ελλήνων υπό ενιαία δράση/σκοπό. Ο πρώτος Έλλην ο οποίος πέτυχε αυτό, ήταν ο πατέρας του, ο Φίλιππος Β’. Αμφότεροι, υπήρξαν οι πρόδρομοι της ενοποίησης, του πολλούς αιώνες αργότερα επίσημα συγκροτημένου Ελληνικού Κράτους. Η δεύτερη ενέργειά του ήταν να εξασφαλίσει τα βόρεια σύνορα του Μακεδονικού Βασιλείου από ενδεχόμενους εχθρούς και απειλές, κατά την προγραμματισμένη, μακρόχρονη όπως ήταν φυσικό, απουσία του στην Ασία.
Η απόφασή του για την υλοποίηση της δεύτερης ενέργειάς του, ήταν να ενεργήσει άμεσα εναντίων των βορείων Θρακικών φυλών, οι οποίες, αν και ήταν υποταγμένες στον Φίλιππο Β’, έδειξαν φανερά σημεία εξεγέρσεως, μετά την πληροφορία περί του θανάτου του. Έδωσε τις εντολές του για την


πολεμική συγκρότηση και συγκέντρωση των στρατευμάτων του στην περιοχή της Αμφίπολης, την επερχομένη Άνοιξη. Τα στρατεύματα(1) αποτελούνταν από 20.000 περίπου άνδρες συγκροτημένα σε έξι τάξεις πεζεταίρων, σε ίλες των εταίρων ιππέων, στους υπασπιστές, σε τμήματα τοξοτών, τους Αγριάνες(2) ακοντιστές, τους σφενδονήτες και διάφορες άλλες βοηθητικές υπηρεσίες. Έδωσε εντολή για την προετοιμασία απόπλου του πολεμικού στόλου της πόλεως του Βυζαντίου, ώστε να πλεύσει βόρεια στις ακτές του Ευξείνου Πόντου, κινούμενος ανάλογα με την κίνηση των χερσαίων δυνάμεων, να εισέλθει στον Ίστρο ποταμό (Δούναβη), και τον συναντήσει σε συγκεκριμένο χρόνο και σημείο, το οποίο εκ των προτέρων είχε προσδιορίσει επακριβώς.
Η Πρώτη Μάχη
Οι πληροφορίες μας προέρχονται κυρίως από τον Φλάβιο Αρριανό. Αρχές άνοιξης του 335 πΧ. ο 21ενός ετών Βασιλεύς, ηγήθηκε του στρατεύματος των Μακεδόνων προκειμένου να προσβάλει την χώρα των αυτονόμων Θρακών. Δεν πήρε μαζί του κανένα από τους πεπειραμένους στρατηγούς και συμβούλους του πατέρα του. Εξασφάλισε την διοίκηση του Μακεδονικού Βασιλείου αφήνοντας στην θέση του τον έμπειρο στρατηγό Αντίπατρο. Ξεκίνησε από την Αμφίπολη, προχώρησε έχοντας αριστερά του το όρος Όρβηλος και την πόλη των Φιλίππων (Η ιστορία του οικισμού των Φιλίππων αρχίζει στα 360/359 π. Χ. όταν άποικοι από τη Θάσο ίδρυσαν την πρώτη πόλη, τις Κρηνίδες. Όταν το 356 π.Χ. απειλούνταν από τους Θράκες, ζήτησαν τη βοήθεια του Φιλίππου Β’. Εκείνος, διαβλέποντας την οικονομική και στρατηγική σημασία της πόλης, την κατέλαβε, την οχύρωσε και τη μετονόμασε σε Φιλίππους), διάβηκε τον Νέστο ποταμό ο οποίος είχε πολύ νερό την άνοιξη, διέσχισε τις ανατολικές καταπτώσεις των ορέων Ροδόπης,

(εκτιμώ μέσω της διαβάσεως του Εχίνου και θα αναφέρω κατωτέρω γιατί), έφθασε στην πεδιάδα της σημερινής Φιλιππούπολης, (πόλη την οποία είχε ιδρύσει ο πατέρας Φίλιππος Β’ στον άνω ρου του Έβρου ποταμού το 342 π.Χ., έφερε το όνομα του βασιλιά και αποσκοπούσε στον έλεγχο των θρακικών δρόμων προς την κοιλάδα του ποταμού Αξιού, στην Βόρεια Μακεδονία. Η αρχαία αυτή Μακεδονική αποικία, μετατράπηκε αργότερα στην Βουλγαρική πόλη Πλόβντιβ, που προέρχεται από το αρχαίο θρακικό όνομα Pulpudeva), και την δεκάτη ημέρα από την εκκίνησή του, έφθασε στην οροσειρά του Αίμου. Η περιγραφή του Αρριανού αναφέρει ακριβώς, ότι: “Φιλίππους πόλιν εν αριστερά έχοντα και τον Όρβυλον το όροςˑ διαβάς τον Νέστον ποταμόν λέγουσιν, ότι δεκαταίος αφίκετο επί το όρος τον Αίμον.” Η όλη απόσταση εκτιμάται περί τα τριακόσια πενήντα με τετρακόσια χιλιόμετρα. Αυτό σήμαινε, ότι τα στρατεύματα (οι στρατιώτες και τα υποζύγια με τα εφόδια), βάδιζαν περί τα τριάντα πέντε με σαράντα χιλιόμετρα ημερησίως. Δεν φαίνεται να συνάντησε καμία σοβαρή αντίσταση μέχρι τον Αίμο. Θεωρώ βέβαιο, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι σύγχρονοι μελετητές πιστεύουν, ότι ο Αλέξανδρος προσπάθησε να διασχίσει τον Αίμο από τη διάβαση της Σίπκας, (γνωστή τότε πολύ καλά στους Μακεδόνες), παρά του ότι δεν αναφέρεται επακριβώς. Εκεί, (Σίπκα), οι αυτόνομοι Θράκες, λόγω της φυσικής ισχυρής αμυντικής τοποθεσίας, είχαν επιλέξει να συγκρουσθούν με τον Αλέξανδρο. Η Σίπκα, ήταν φύσει και θέσει οχυρή τοποθεσία η οποία δεν μπορούσε να υπερκερασθεί. Ο Αρριανός μας παραδίδει αρκετές μαρτυρίες για την περιγραφή της σύγκρουσης αυτής. Οι Θράκες είχαν συγκεντρωθεί στην κορυφή του δεσπόζοντος υψώματος το οποίο έλεγχε τη διάβαση, στο πιο στενό και συγκλίνον τμήμα αυτής.

Μετέφεραν εκεί τις μεταφορικές άμαξές τους, πιθανώς να τις είχαν γεμίσει με μεγάλες πέτρες, και είχαν οχυρωθεί πίσω από αυτές. Σύμφωνα με το σχέδιό τους, προβλέπονταν να κυλήσουν τις βαριές άμαξες στον κατήφορο και να προσβάλλουν με τον τρόπο αυτό τους ανερχόμενους και επιτιθεμένους Μακεδόνες. Ο Αλέξανδρος, προφανώς μετά από σχετικές σύντονες αναγνωρίσεις και πληροφορίες που συνέλεξε, αντελήφθη το σχέδιό τους. Διαπίστωσε, ότι ήταν αδύνατο να υπερκερασθεί η αμυντική τοποθεσία, δεδομένου ότι, οι πέριξ κορυφές έχουν υψόμετρο άνω των 1600 μέτρων και την περίοδο εκείνη ήσαν χιονισμένες. Μελέτησε με ταχύτητα την επικινδυνότητα για την ασφάλεια των ανερχομένων στη διάβαση στρατευμάτων του από τις κυλιόμενες με ταχύτητα άμαξες (ίσως και των μεγάλων βράχων), τις οποίες θα εξαπέλυαν οι αμυνόμενοι Θράκες κατά την ώρα της επίθεσης των στρατευμάτων του προς το ύψωμα. Σημειώνεται, ότι το υψηλότερο σημείο του αυχένα της διάβασης της Σίπκας, έχει σήμερα υψόμετρο περί τα 1.330 μέτρα.
Σε ταχύτατο χρόνο, κατέστρωσε τον εξής ελιγμό και έδωσε τις σχετικές διαταγές του. Η ιδέα ενεργείας προέβλεπε: Να επιτεθεί άμεσα, παρά την επί δεκαήμερο επίπονη πορεία του στρατεύματος, κατά της αμυντικής τοποθεσίας για την διάσπασή της και την καταστροφή των εκεί αμυνομένων Θρακών. Στο κέντρο της στενωπού θα βάδιζε η φάλαγγα του κυρίως πεζικού, με διάταξη σε βάθος. Οι άνδρες της κεντρικής φάλαγγας, και μάλιστα αυτοί που θα τύχαινε να βρίσκονται σε κάποιο στένεμα, στην περίπτωση που οι αμυνόμενοι κυλούσαν τις άμαξες ή πέτρες, να είναι σε ετοιμότητα να πέσουν ταχέως στο έδαφος μπρούμυτα, τοποθετώντας επάνω στα σώματά τους τις ασπίδες τους κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να μην υπάρχει κανένα κενό με τις ασπίδες των διπλανών τους. Οι ευρισκόμενοι σε πιο ανοιχτό μέρος, να κινηθούν ταχέως προς τα άκρα, διαλύοντας προσωρινώς την στενή παράταξη της φάλαγγάς τους, προκειμένου να αποφύγουν τις κυλιόμενες άμαξες και τις πέτρες. Η κάλυψη της επιθέσεως θα γινόταν με τους τοξότες, οι οποίοι θα κινούνταν πριν την φάλαγγα και μάλιστα από το ευνοϊκότερο έδαφος, το οποίο βρίσκονταν στο δεξιό πλευρό, οι οποίοι θα απαγόρευαν την εκδήλωση αντεπιθέσεως, θα δημιουργούσαν -θα λέγαμε σήμερα- μία “βάση πυρός” με τα βέλη τους. Από το αριστερό πλευρό θα επιτίθονταν ένα ταχυκίνητο άγημα με Αγριάνες με επικεφαλής τον ίδιο. Ο Αρριανός δεν μας αναφέρει τίποτε για το ιππικό του Αλεξάνδρου. Συνάγω, ότι το ιππικό ευρίσκονταν σε εφεδρεία στην βάση της διαβάσεως και δεν ενεπλάκη στην μάχη, διότι δεν ήταν κατάλληλο στο στενό και ανηφορικό πεδίο μάχης, όπου έμελε να διεξαχθεί η μάχη.
Στην εξέλιξη της επιθέσεως, πράγματι, οι αυτόνομοι Θράκες κύλισαν τις άμαξές τους και πέτρες κατά των ανερχόμενων Μακεδόνων. Οι άνδρες συμμορφούμενοι επακριβώς με τις εντολές του Αλεξάνδρου, δεν είχαν ούτε ένα νεκρό εκτός από μικροτραυματισμούς. Μόλις πέρασε ο κίνδυνος αυτός, οι άνδρες, αφού αναθάρρησαν, με δυνατές φωνές, επετέθησαν εναντίων των Θρακών, οι οποίοι προφανώς, απωλέσαντες το ηθικό πλεονέκτημα από την ανεπιτυχή έκβαση του σχεδίου τους, απωθήθηκαν ευκόλως προς τα οπίσω. Οι τοξότες εξάλλου από δεξιά κάλυπταν με καταιγισμό βελών την προώθηση της φάλαγγας. Οι Θράκες με τον ελαφρύ τους οπλισμό, ήταν αδύνατο να αντιτάξουν σθεναρή άμυνα και να πολεμήσουν την συμπαγή παράταξη της μακεδονικής φάλαγγας η οποία ανέρχονταν με ταχύτητα και κραυγές. Έτσι, η κεντρική τους διάταξη οπισθοχώρησε άμεσα. Οι Θράκες που ευρίσκονταν στην αριστερή πλευρά, ομοίως δεν αντέταξαν άμυνα και αφού πέταξαν τα όπλα τους για να μην τους εμποδίζουν στο τρέξιμο, τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας στον τόπο της συγκρούσεως άνω των 1.500 νεκρών και τραυματιών. Συνελήφθησαν μόνον λίγοι αιχμάλωτοι, γιατί οι οπισθοχωρούντες Θράκες, γνωρίζοντες τις οδούς διαφυγής, διέφυγαν τρέχοντας ταχέως στο δασωμένο τμήμα.
Απώλειες των Μακεδόνων δεν αναφέρονται, αλλά θα πρέπει να ήταν ασήμαντες. Όλα τα γυναικόπαιδα τα οποία είχαν μαζί τους οι Θράκες, συνελήφθησαν αιχμάλωτοι. Αιχμάλωτοι και λάφυρα εστάλησαν πίσω στη Μακεδονία προς πώληση και διανομή των χρημάτων στους στρατιώτες.
Η Δεύτερη Μάχη
Ο Αλέξανδρος διέσχισε αμέσως τον Αίμο και πέρασε στην χώρα των Τριβαλλών, η οποία εκτίνονταν από τον Αίμο μέχρι τον ποταμό Ίστρο (Δούναβη). Η κατεύθυνσή του κατά μεγίστη πιθανότατα, ήταν από την σημερινή πόλη της Βουλγαρίας Βέλικο Τάρνοβο προς την σημερινή παραποτάμια πόλη της Βουλγαρίας Ρούσε, όπου σήμερα υπάρχει γέφυρα η οποία την συνδέει με την Ρουμανία (πόλη Γκιουργκίου). Ο βασιλιάς των Τριβαλλών Σύρμος, πληροφορηθείς από καιρό για την έλευση του Αλεξάνδρου και προφανώς με νωπές πληροφορίες από τους οπισθοχωρούντες Θράκες, έσπευσε να εξασφαλίσει τα γυναικόπαιδά τους σε


Ο ποταμός Λύγινος (σήμερα Γιάντρα)
ένα νησί του Δούναβη που ονομάζονταν Πεύκη. Εκεί κρύφτηκαν και οι διασωθέντες από την μάχη Θράκες.
Οι Τριβαλλοί κινηθέντες από άλλα δρομολόγια, εκτός του άξονα κινήσεως του Αλεξάνδρου, επέστρεψαν πίσω από τις κινούμενες με ταχύτητα φάλαγγες του Αλεξάνδρου, και αποφάσισαν να αμυνθούν στις παρυφές ενός δάσους, πίσω από τον ποταμό Λύγινο, συγκεντρώνοντας εκεί το σύνολο των δυνάμεών τους.
Αν και δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα ποιος ακριβώς ποταμός είναι σήμερα ο Λύγινος, υποθέτω με μεγάλη πιθανότητα, ότι πρόκειται περί του σημερινού ποταμού Γιάντρα, ο οποίος πηγάζει από τον Αίμο και κυλά ελικοειδώς βόρεια. Είναι παραπόταμος του Δούναβη, ρέει 20 περίπου χιλιόμετρα ανατολικά της σημερινής πόλης Βέλικο Τάρνοβο και εκβάλει στον Δούναβη, 42 χιλιόμετρα δυτικά της πόλεως Ρούσε. Ο Αλέξανδρος, ο οποίος κινούμενος ταχύτατα, ήδη είχε προχωρήσει βορειότερα όπως ανέφερα, όταν πληροφορήθηκε ότι οι βάρβαροι συγκεντρώθηκαν πίσω του με διαθέσεις μάχης, επέστρεψε άμεσα προς συνάντησή τους και ετοιμάσθηκε προς μάχη. Στρατοπέδευσε σε θέση που δεν ήταν ορατή από τον εχθρό και παρέταξε την φάλαγγα με διάταξη σε βάθος, θέτοντας τους ιππείς έμπροσθεν αυτής.
Αντελήφθη άμεσα τον μέγα κίνδυνο τον οποίο διέτρεχε από την αποκοπή των γραμμών επικοινωνίας με τα μετόπισθεν και ασφαλώς την επικινδυνότητα της εκ νέου καταλήψεως της διαβάσεως της Σίπκας και έλαβε άμεσα τα κατάλληλα μέτρα προφύλαξης.
Μετά από σύντομη αναγνώριση, ο Αλέξανδρος διαπίστωσε ότι οι βάρβαροι, υπό μορφή άτακτου στρατού, ευρίσκονταν εντός του δάσους. Δεν ήταν δυνατόν να πολεμήσει και να τους εξοντώσει κινούμενος μέσα στο δάσος με τη συγκροτημένη μακεδονική φάλαγγα. Το σχέδιό και ο ελιγμός τον οποίο συνέλαβε άμεσα, προέβλεπε να παρασυρθούν εκτός του δάσους οι καλυπτόμενοι Τριβαλλοί και ακολούθως να εξοντωθούν τάχιστα με την φάλαγγα. Προκειμένου να γίνει αυτό, διέταξε τους ψιλούς (ελαφρά οπλισμένους), τους τοξότες και τους σφενδονήτες, να προχωρήσουν εμπρός και να κτυπούν εξ αποστάσεως τους βαρβάρους.
Στην εξέλιξη της μάχης, αφού οι τοξότες και σφενδονήτες προχώρησαν αρκετά και ενεπλάκησαν με τον αντίπαλο, οι Τριβαλλοί εξαπατηθέντες, αφού διαπίστωσαν ότι είχαν να κάνουν μόνον με ελαφρά εξοπλισμένο αντίπαλο, αναθάρρησαν και εξήλθαν του δάσους για να τους αντιμετωπίσουν σε μάχη εκ παρατάξεως. Μόλις τους παρέσυρε εκτός δάσους, διέταξε τον Φιλώτα, με ιππείς από την άνω Μακεδονία, να επιτεθεί εναντίον της δεξιάς πτέρυγας των Τριβαλλών και τον Ηρακλείδη και Σώπολη, με τους ιππείς από την Βοτιαία και Αμφίπολη, στην αριστερή. Το υπόλοιπο ιππικό το τοποθέτησε έμπροσθεν της μακεδονικής φάλαγγας η οποία επιτέθηκε στο κέντρο της εχθρικής παρατάξεως με διάταξη σε βάθος. Αποτραβηχθέντες τελικά οι τοξότες και σφενδονήτες, επέπεσε επάνω στους Τριβαλλούς η ακολουθούσα πυκνή μακεδονική φάλαγγα, ενώ ταυτοχρόνως οι ιππείς τους επετέθησαν από δεξιά και αριστερά. Οι Τριβαλλοί πολέμησαν σθεναρά και δεν υστέρησαν σε ανδρεία. Ήταν όμως τόσο ισχυρή η κρούση της φάλαγγας που τους ανάγκασε να εγκαταλείψουν αμέσως την μάχη, αφήνοντας στο πεδίο 3.000 νεκρούς, ενώ πιάστηκαν λίγοι αιχμάλωτοι, διότι οι διασωθέντες κατάφυγαν στο πυκνό δάσος και το σκοτάδι που ακολούθησε, δεν έδωσε δυνατότητα καταδίωξής τους. Ο Πτολεμαίος του Λάγου μας παραδίδει, ότι από τους Μακεδόνες οι απώλειες ανήλθαν σε 40 πεζούς και 11 ιππείς.

Η Τρίτη Μάχη
Μετά τριήμερο από την μάχη, ο Αλέξανδρος έφθασε στον Ίστρο (Δούναβη) ποταμό. Εκεί, εν τόπω και χρόνω, συνάντησε τα πολεμικά πλοία τα οποία είχε διατάξει να αποπλεύσουν από το Βυζάντιο, να πλεύσουν κατά μήκος των δυτικών ακτών του Ευξείνου Πόντου, να εισέλθουν στο κατάλληλο ποτάμι από το τεράστιο δέλτα του Ίστρου (Δούναβη) και να πλεύσουν ακολούθως προς συνάντηση του.
Μένουμε σήμερα άναυδοι εμπρός στον τέλειο συντονισμό των κινήσεων του στρατού ξηράς και των πλοίων, αλλά και της αρίστου γνώσεως της γεωγραφίας την οποία είχε ο Αλέξανδρος αλλά και οι ναυτικοί της εποχής. Η μάχη αυτή, αποτελεί την πρώτη διακλαδική επιχείρηση την οποία εκτέλεσε. Είναι επίσης προφανές, ότι γνώριζε καλώς το στρατιωτικό κώλυμα του μεγάλου ποταμού Ίστρου και πολλά στοιχεία περί της πλευστότητας του. Θεωρώ ορθή την υπόθεσή μου, ότι ο Αλέξανδρος κατευθύνθηκε στην παρόχθιο περιοχή της σημερινής πόλεως της Βουλγαρίας Ρούσε, και αφού διάβηκε τον Ίστρο με “βιαία διάβαση υδατίνου κωλύματος” (όπως σήμερα αναφέρεται η σχετική επιχείρηση), έφθασε εξήντα περίπου χιλιόμετρα νότια του Βουκουρεστίου, πρωτεύουσας της σημερινής Ρουμανίας. Τους χρόνους εκείνους, ονομαζόταν χώρα των Γετών (για τους Έλληνες) και των Δακών (για τους Ρωμαίους, λίγο αργότερα).

Διέταξε -λοιπόν- άμεση επιβίβαση στα πλοία όσων στρατιωτών μπορούσαν να χωρέσουν σε αυτά (τοξότες και πεζοί) και προσπάθησε να τα αποβιβάσει στην νήσο Πεύκη, όπου ευρίσκονταν κρυμμένα τα γυναικόπαιδα των Τριβαλλών και τα υπολείμματα των Θρακών και Τριβαλλών. Όμως αντιμετώπισε τρία σοβαρά προβλήματα: Πρώτον, την σθεναρή άμυνα των Θρακών και Τριβαλλών οι οποίοι έδιναν τον ύστατο αγώνα επιβίωσής τους, δεύτερον, το δυνατό ρεύμα του ποταμού επειδή στο σημείο υπήρχε στένεμα λόγω της νήσου αλλά κει του μεγάλου όγκου νερού την περίοδο της άνοιξης, και τρίτον, τις απότομες πλαγιές της όχθης, οι οποίες δυσκόλευαν εξαιρετικά στην απόβαση των Μακεδόνων. Έτσι, εγκατέλειψε την προσπάθεια καταλήψεως της νήσου Πεύκης.
Από την εξέλιξη της όλης επιχειρήσεως βεβαιωνόμαστε, ότι είχε συλλάβει εξ αρχής τον ελιγμό, να διαβεί τον Ίστρο και να συνεχίσει τις επιχειρήσεις του στη βόρεια όχθη, δηλαδή στο έδαφος της σημερινής Ρουμανίας. Ουδείς Έλληνας στρατηγός παλαιότερα τόλμησε ποτέ να διαβεί τον Ίστρο ποταμό. Ούτε ο πατέρας του Φίλιππος Β’ σχεδίασε ποτέ παρόμοια επιχείρηση. Το απρόβλεπτο στοιχείο της ορμητικής του προσωπικότητας, θεωρώ ότι τον οδήγησε άμεσα στην αναζήτηση του “αγνώστου”. Γράφει ο Αρριανός: “πόθος έλαβεν αυτόν απ΄ εκείνα του Ίστρου έλθείν”. Αυτός ήταν ο Αλέξανδρος, ορμητικός, επιθυμών τα δύσκολα, θιασώτης του αγνώστου.
Στην απέναντι βόρεια όχθη είχαν παραταχθεί για να τον εμποδίσουν, αν επιχειρούσε διάβαση, 10.000 πεζοί και 4.000 ιππείς Γέτες. Αμέσως κατέστρωσε το νέο σχέδιό του, το οποίο προέβλεπε: Βιαία νυκτερινή διάβαση του Ίστρου με όλα τα διαθέσιμα πλωτά μέσα, ήτοι τα υφιστάμενα πολεμικά πλοία τα οποία ήρθαν από το Βυζάντιο, τις ψαρόβαρκες και τα μονόξυλα των ντόπιων κατοίκων και τέλος διέταξε την κατασκευή πλωτήρων από τα δέρματα των σκηνών των στρατιωτών, τα οποία θα γέμιζαν με ξερά χόρτα που αφθονούσαν στην περιοχή. Όλη την νύχτα διεκπεραιώθηκαν σιωπηρώς μαζί με τον Αλέξανδρο, στην βόρεια όχθη, περί τους 4.000 πεζούς και 1500 ιππείς. Το μείζον μέρος του στρατεύματός του παρέμεινε στην νότια όχθη, η οποία αποτελούσε την βάση εξορμήσεως. Δεν διακινδύνευσε ποτέ την ασφάλεια επιστροφής των στρατευμάτων τα οποία διάβηκαν τον Δούναβη. Οι διεκπεραιωθέντες, κρύφτηκαν στην πυκνή βλάστηση και τα αθέριστα σιτάρια και δεν έγιναν αντιληπτοί. Το πρωί, έδωσε διαταγή να προσεγγίσουν τους Γέτες μέσα από τα πυκνά σιτάρια και ψηλά χόρτα

και να έχουν τις σάρισες σε οριζόντια θέση ώστε να είναι αθέατες. Οι ιππείς ακολουθούσαν. Μόλις βγήκαν σε ακαλλιέργητη περιοχή, ο Αλέξανδρος παρέταξε το ιππικό στη δεξιά πτέρυγα, το δε πεζικό -διέταξε προς τούτο τον Νικάνωρα- να το οδηγεί σε τετράγωνη (ορθογώνια) παράταξη, προκειμένου να μπορέσει οργανωμένα να πολεμήσει αποτελεσματικά σε όλες τις πλευρές άν παρίστατο ανάγκη. Την κατάλληλη στιγμή, εκδήλωσε άμεση επίθεση, η οποία αιφνιδίασε τους στρατοπεδευμένους στην όχθη Γέτες. Δεν άντεξαν ούτε καν στην επίθεση του ιππικού. Δεν ανέμεναν να διαβεί ο Αλέξανδρος τον μεγάλο ποταμό Ίστρο τόσο εύκολα, σε μία νύχτα, χωρίς να κατασκευάσει γέφυρα και χωρίς να δημιουργήσει προγεφύρωμα. Τους αιφνιδίασε πλήρως! Διέφυγαν έξαλλοι τρέχοντας προς την πόλη τους, η οποία απείχε περίπου πέντε χιλιόμετρα. Ο Αλέξανδρος τους κατεδίωξε και επειδή οι Γέτες αντελήφθησαν ότι η άμυνα της πόλεως με χαμηλά τείχη ήταν αδύνατη, φόρτωσαν τα γυναικόπαιδά τους στα υποζύγια και ετράπησαν σε φυγή βορειότερα. Ο Αλέξανδρος κατέλαβε την πόλη, την σύλησε, την κατέσκαψε και έστειλε τα λάφυρα στην Μακεδονία.

Εκεί, μας παραδίδει ο Αρριανός την πληροφορία, έφθασαν οι πρέσβεις του Σύρμου βασιλέως των Τριβαλλών και των Κελτών που ζούσαν στον “Ιόνιον κόλπον” (δηλαδή στο μυχό της Αδριατικής), αλλά και άλλων εθνών, για να ζητήσουν την φιλία του βασιλέως. Ο Αλέξανδρος με όλους αντάλλαξε διαβεβαιώσεις φιλίας. Η επιχείρηση στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Ο σκοπός της επιχείρησης επετεύχθη! Οι αυτόνομοι Θράκες, οι Τριβαλλοί και οι Γέτες, δεν θα αποτελούσαν πλέον κίνδυνο για την Μακεδονία από βορά, όσο εκείνος θα απουσίαζε με τον στρατό του στην Ασία, προκειμένου να τιμωρήσει του Πέρσες.
Εξέταση των παραπάνω τριών μαχών υπό το πρίσμα των συγχρόνων Αρχών του Πολέμου
1. Εκλογή του Σκοπού και Εμμονή σ’ Αυτόν.
Ο τελικός σκοπός του πολέμου είναι η καταστροφή των Ενόπλων Δυνάμεων του εχθρού και η συντριβή της θελήσεως του για τη συνέχιση του πολέμου. Εκτός όμως αυτού και για κάθε επιμέρους στρατιωτική επιχείρηση πρέπει να καθορίζεται σκοπός, η επίτευξη του οποίου πρέπει να συμβάλλει άμεσα ή έμμεσα, ταχέως και κατά τον πλέον οικονομικό τρόπο, στην επίτευξη της νίκης.
Ο Αλέξανδρος επέλεξε συνειδητά εξ αρχής τον σκοπό της προς βορά εκστρατείας του, που ήταν η καθυπόταξη των Θρακικών επιθετικών λαών, οι οποίοι θα αποτελούσαν ζωτικής σημασίας κίνδυνο κατά της Μακεδονίας κατά την σχεδιαζόμενη μακρόχρονη απουσία του εναντίων των Περσών. Με την στρατηγική του ιδιοφυία διείδε την αναγκαιότητα αυτή, την έθεσε ως στρατηγικό σκοπό και μετά μεγάλης εμμονής κινητοποίησε κατάλληλα τις δυνάμεις του και υλοποίησε τον σκοπό αυτό μέχρι του τέλους. Αυτό ασφαλώς ισχύει και για τις τρείς επί μέρους μάχες τις οποίες με λεπτομέρεια επεξήγησα.
2. Επιθετικό Πνεύμα.
Μόνο με την επιθετική ενέργεια επιτυγχάνονται αποφασιστικά αποτελέσματα, καθόσον μόνο μ’ αυτήν επιτυγχάνεται η διατήρηση και εκμετάλλευση της πρωτοβουλίας και η επιβολή της θελήσεως επί του αντιπάλου. Η προσωπικότητα του Μακεδόνα Βασιλιά ήταν από την φύση της εκρηκτική, εναργής και επιθετική. Γνώριζε καλώς ο Αλέξανδρος, ότι μόνον με την επιθετική ενέργεια επιτυγχάνονται αποφασιστικά αποτελέσματα, καθόσον μόνο μ’ αυτή επιτυγχάνεται η διατήρηση και εκμετάλλευση της πρωτοβουλίας και η επιβολή της θελήσεώς του επί των αντιπάλων Θρακικών Φυλών. Κατά την πρώτη μάχη, την οποία σήμερα θα ονομάζαμε επίθεση για την διάσπαση καλώς οργανωμένης αμυντικής τοποθεσίας, δεν ανέκοψε ούτε στιγμή την επιθετική του ορμή, αν και προήρχετο από κουραστική πορεία δέκα ημερών. Προέβη σε άμεσες αναγνωρίσεις, συγκέντρωσε πληροφορίες, μελέτησε την τακτική κατάσταση και διέταξε την επίθεση με τον πλέον ασφαλή για τα στρατεύματα του τρόπο. Κατά την δευτέρα μάχη, είδαμε ότι το επιθετικό του πνεύμα, αμέσως μετά την διεξαχθείσα μάχη, τον οδηγούσε ταχέως στον επόμενο αντικειμενικό του σκοπό. Αν και προωθήθηκε βορειότερα, πέραν των συγκεντρωθέντων αντιπάλων του Τριβαλλών, όταν αντελήφθη ότι αυτοί ευρίσκονταν όπισθεν αυτού, επέστρεψε άμεσα και άνευ ουδεμιάς αναπαύσεως ή καθυστερήσεως, προκειμένου να μην απολέσει το επιθετικό πνεύμα το στράτευμά του, συνέλαβε άμεσα την ιδέα ενεργείας, συνήψε την μάχη και νίκησε. Στην τρίτη μάχη παρατηρήσαμε, ότι άνευ διαλλείματος από την δεύτερη μάχη, σε τρείς ημέρες διέσχισε τα 90 χιλιόμετρα περίπου, έφθασε στον ποταμό Ίστρο, συνάντησε τα πλοία του και αμέσως εκτέλεσε προσπάθεια αποβατικής ενέργειας για την κατάληψη της νήσου Πεύκης για την πλήρη καταστροφή των βαρβάρων. Όταν διαπίστωσε ότι τούτο δεν ήταν ήτο εφικτό να γίνει, δεν αναπαύθηκε, ούτε έπεσε σε κάποια στεναχώρια, αλλά την ίδια βραδιά διάβηκε τον ποταμό Ίστρο (Δούναβη), (βιαία νυκτερινή διάβαση ποταμού), μία από τις πλέον δύσκολες στρατιωτικές επιχειρήσεις, και την άλλη ημέρα επετέθη αιφνιδιαστικά στους Γέτες και τους διέλυσε. Οι αναφερθείσες ενέργειες του Αλεξάνδρου εκφράζουν και αποδίδουν στην εντέλεια την έννοια του επιθετικού Πνεύματος.
3. Απλότητα
Η ταχύτητα με την οποία εξελίσσονται τα γεγονότα και το περίπλοκο του πολέμου, μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρή σύγχυση, εάν τα σχέδια δεν είναι απλά και χωρίς περιστροφές. Τα απλά σχέδια, η οργάνωση, οι μέθοδοι και τα μέσα, μεταφραζόμενα σε σαφείς και πλήρεις διαταγές, κατανοούνται εύκολα και επιτρέπουν την ακριβή εκτέλεση των από τους υφισταμένους.
Παρά το νεαρό της ηλικίας του, ο Αλέξανδρος συνέλαβε άμεσα τον ελιγμό και των τριών παραπάνω διαφορετικών μεταξύ τους επιχειρήσεων, και μάλιστα στην απλούστερη μορφή τους. Είναι βέβαιο ότι γνώριζε καλώς την ανθρώπινη φύση και τις δυνατότητες των στρατιωτών του. Ως άριστος μαχητής αλλά και ιδιοφυής στρατιωτικός παρατηρητής στην μάχη της Χαιρωνείας (338 π.Χ.) δεκαοκτώ χρονών τότε, είχε δει τον πατέρα του να λαμβάνει αποφάσεις με τον πλέον απλό τρόπο. Γνώριζε λοιπόν, ότι περίπλοκες διαταγές και σχέδια, μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρή σύγχυση. Και στις τρείς παραπάνω μάχες, κατέληξε σε απλά σχέδια μάχης, τα οποία μεταφράσθηκαν σε απλές, σαφείς και πλήρεις διαταγές, εύκολα κατανοητές και εκτελεστές από τους άνδρες του. Στην επίθεση στην τοποθεσία της Σίπκας, το σχέδιο ήταν εξαιρετικά απλό και κατανοήθηκε από όλους, παρά τον όποιο φόβο προκάλεσαν στους στρατιώτες οι κατερχόμενες άμαξες και πέτρες. Η δημιουργία βάσεως πυρός έδωσε με απλότητα την απαιτούμενη υποστήριξη στους ανερχόμενους στην ανηφόρα πεζούς. Στην μάχη κατά των Τριβαλλών που ήταν κρυμμένοι στο δάσος, συνέλαβε το απλό τέχνασμα να αποστείλει τους ψιλούς στρατιώτες του εμπρός, ενθάρρυνε τους βαρβάρους να εξέλθουν του δάσους και ακολούθως τους νίκησε με την εμπλοκή των δυνάμεων κρούσεως. Στην βιαία διάβαση του μεγάλου ποταμού Δούναβη (Ίστρου), παρόλο που επιχειρήσεις σαν αυτή θεωρούνται σήμερα από τις πλέον δύσκολες και σύνθετες, μας εντυπωσιάζει η απλότητα του σχεδίου του. Ομοίως, η απλότητα δεν εφαρμόσθηκε μόνον στα σχέδια, αλλά και στην οργάνωση και εμπλοκή των διατεθειμένων μονάδων του. Όρισε επακριβώς ποιες μονάδες πεζικού ή ιππικού ή τοξωτών και με ποιους συγκεκριμένα ηγήτορες θα εκτελέσουν την συγκεκριμένη αποστολή, όπως π.χ. τους ιππείς που θα προσέβαλλαν στο δεξιό πλευρό του Τριβαλλούς, ή όταν διέταξε τον Νικάνωρα να το οδηγεί σε τετράγωνη παράταξη το πεζικό εναντίων των Γετών, προκειμένου να είναι ικανό το στράτευμα να πολεμήσει από όποια πλευρά εμφανιζόταν ο εχθρός. Τέλος, η απλότητα εφαρμόσθηκε και στις μεθόδους δράσεως αλλά και στα διατιθέμενα μέσα, π.χ. καθόρισε ποιοι θα πέσουν μπρούμυτα και θα προστατεύσουν το σώμα τους με την ασπίδα τους, ποιοι θα αποτραβηχτούν στα άκρα, καθόρισε τα πλοία, τις ψαρόβαρκες ή τα μονόξυλα με τα οποία υα γινόταν η διάβαση του Ίστρου, καθόρισε ποιοι στρατιώτες θα κατασκεύαζαν πλωτήρες με τον απλό τρόπο κατασκευής από τα δέρματα των σκηνών με γέμιση ξερά χόρτα για να επιπλέουν κ.α.
4. Ενότητα Διοικήσεως
Προς επίτευξη του επιδιωκόμενου κάθε φορά αποτελέσματος και της μεγίστης δυνατής αποδόσεως των δυνάμεων και των μέσων που τίθενται, απαιτείται η υπαγωγή αυτών υπό ένα κοινό Διοικητή, ο οποίος να περιβάλλεται με την εξουσία και την ευθύνη που αρμόζει.
Στην περίπτωση των επιχειρήσεων που μελετήσαμε, η ενότητα διοικήσεως επετεύχθη σε όλες εν τόπω και χρόνω μάχες, δεδομένου ότι ο Αλέξανδρος ήταν συγχρόνως Βασιλεύς-Μονάρχης και Αρχιστράτηγος. Ευρισκόμενος πανταχού παρών σε όλες τις μάχες, περιέβαλλε σε ανώτατο επίπεδο την ευθύνη και την εξουσία επί των δυνάμεων και των μέσων που ο ίδιος αποφάσιζε για κάθε περίσταση. Η όποια απόφασή του και διαταγή του, όχι μόνον δεν ήταν δυνατόν να αμφισβητηθεί, αλλά εκτελείτο υφ΄ απάντων με πίστη και αφοσίωση. Ο ίδιος υπήρξε το παράδειγμα! Στις επιμέρους στρατιωτικές μονάδες επίσης (ίλες ιππικού ή στην μακεδονική φάλαγγα) υπήρχαν ανώτατοι και επιμέρους διοικητές, τους οποίους ο ίδιος ο Αλέξανδρος επέλεγε καταλλήλως και τοποθετούσε με την εξουσία και την ευθύνη που άρμοζε. Προς επίτευξη του επιδιωκόμενου σε κάθε μάχη αποτελέσματος και της μεγίστης δυνατής αποδόσεως των δυνάμεων, όπου απαιτείτο η ενότητα των προσπαθειών και ο συντονισμός αυτών μεταξύ των, ο Αλέξανδρος υπήγαγε μέρος των δυνάμεων και μέσων του υπό ένα Διοικητή. Στην μάχη με του Τριβαλλούς, εξαπέλυσε από τα δεξιά τον Φιλώτα του Παρμενίωνος με τους ιππείς του και από αριστερά τις δύο ίλες της Βοττιαίας με τον Ηρακλείδη του Αντιόχου και της Αμφιπόλεως με τον Σώπολη του Ερμοδώρου. Προφανώς, υπήρχαν πολλές παρόμοιες περιπτώσεις οι οποίες δεν μας διασώθηκαν από τους ιστοριογράφους για να αναφερθούμε επώνυμα σε αυτές.
5. Συγκέντρωση
Αυτή πρέπει να εννοείται ως συγκέντρωση του μέγιστου επιτρεπόμενου από την κατάσταση αριθμού μέσων και δυνάμεων σ’ αποφασιστικό τόπο και κατάλληλο χρόνο. Η ορθή εφαρμογή της Αρχής της Συγκεντρώσεως σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες Αρχές του Πολέμου, είναι δυνατόν να επιτρέψει, αριθμητικά κατώτερες του αντιπάλου δυνάμεις να επιτύχουν αποφασιστική υπεροχή. Ο Αλέξανδρος διέθετε ένα θαυμάσιο σύστημα συλλογής πληροφοριών και γνώριζε την δύναμη των αντιπάλων του. Δεν είναι τυχαίο, ότι ξεκίνησε την εκστρατεία κατά των Θρακών έχοντας μαζί του περί τους 20.000 άνδρες και όχι περισσοτέρους ή λιγότερους. Στην πρώτη μάχη στην Σίπκα, δεν χρησιμοποίησε το σύνολον των τάξεων των πεζών, διότι δεν χωρούσαν (δεν είχαν πρόσβαση) στην πρώτη γραμμή. Ως εκ τούτου έμειναν οπίσω. Το ιππικό ομοίως δεν έλαβε μέρος στην μάχη αλλά παρέμεινε στους πρόποδες του βουνού σαν βάση στηρίξεως σε περίπτωση υποχωρήσεως. Στην μάχη με τους Τριβαλλούς ο Αλέξανδρος δεν ενέπλεξε εξ αρχής το σύνολο των δυνάμεών του, αλλά με τέχνασμα ενέπλεξε μόνον τους ψιλούς (τοξότες και σφενδονήτες) και όταν εξήλθαν οι βάρβαροι του δάσους, τότε εξαπέλυσε το σύνολο του ιππικού του από δύο κυκλωτικές κατευθύνσεις και νίκησε.
6. Οικονομία Δυνάμεων
Στα σημεία που δεν επιδιώκεται αποφασιστικό αποτέλεσμα πρέπει να διατίθενται οι στο ελάχιστο απαραίτητες δυνάμεις και τα λιγότερα μέσα. Η αρχή αυτή, είναι η αντίστροφος της Συγκέντρωσης. Στην μάχη με τους Γέτες, ο Αλέξανδρος γνώριζε τις δυνάμεις των ότι ανήρχοντο σε 10.000 πεζούς και 4.000 ιππείς, όμως, κατά την βιαία διάβαση του Δούναβη διεκπεραιώθηκαν στην βόρεια όχθη μόνον 1.500 ιππείς και 4.000 πεζοί. Αυτούς έκρινε ότι ήσαν ικανοί να νικήσουν σε μάχη εκ συναντήσεως τους υπερδιπλάσιους αντιπάλους των και ασφαλώς το αποτέλεσμα τον δικαίωσε πλήρως. Οι υπόλοιποι, παρέμειναν ως βάση υποστήριξης στην νότια όχθη του Ίστρου.
7. Ελιγμός
Ο ελιγμός είναι το απαραίτητο στοιχείο ισχύος στη μάχη, που συνεισφέρει στη διατήρηση της πρωτοβουλίας, στην εκμετάλλευση της επιτυχίας, στη διατήρηση της ελευθερίας των ενεργειών και στη μείωση της τρωτότητας.
Με την έννοια αυτή ο ελιγμός χαρακτηρίζεται από:
(α) Ευκαμψία που αναφέρεται στην ανάγκη προσαρμογής των σκέψεων, σχεδίων και ενεργειών κατά τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να παρέχουν τη δυνατότητα ταχείας αντιδράσεως σε απρόβλεπτες καταστάσεις σε συνδυασμό με την εφαρμογή των αρχών της “συγκεντρώσεως” και της “οικονομίας δυνάμεων”.
(β) Ταχύτητα αντιδράσεως που αποσκοπεί στη συγκέντρωση δυνάμεων σε ορισμένο χώρο και χρόνο ώστε να βρεθούν σε πλεονεκτική θέση.
(γ) Ευελιξία που αναφέρεται στην ικανότητα των δυνάμεων να εστιάσουν το μέγιστο των προσπαθειών στα τρωτά σημεία του εχθρού και με αυτό τον τρόπο ν’ αποκτήσουν τακτικό ή στρατηγικό πλεονέκτημα.
Η ευκαμψία σκέψεως και ενεργειών, η ταχύτης αντιδράσεως ακόμη και στις πλέον αντίξοες και ευμετάβλητες συνθήκες και η ευελιξία στην ικανότητα διευθύνσεως και ελέγχου του συνόλου των δυνάμεων και των διατιθεμένων μέσων εν τόπω και χρόνω, αποτελεί τον πυρήνα της στρατηγικής ιδιοφυίας του μεγίστου Στρατηλάτη Αλεξάνδρου. Η πληθωρική στρατηγική προσωπικότητά του μελετήθηκε και μελετάται μέχρι σήμερα από χιλιάδες ειδικών και αποτέλεσε υπόδειγμα και πρότυπο στρατιωτικής συμπεριφοράς από χιλιάδες μεταγενεστέρους στρατηγούς.
8. Αιφνιδιασμός
Συνίσταται στην προσβολή του εχθρού σε αποφασιστικό τόπο και κατάλληλο χρόνο και κατά τρόπο μη αναμενόμενο ή και δια μέσων άγνωστων στον εχθρό. Το να έχει ο εχθρός πλήρη άγνοια των όσων πρόκειται να συμβούν δεν είναι τόσο ουσιώδες, όσο είναι ν’ αντιληφθεί αυτό τόσο αργά, ώστε να μη διαθέτει το χρόνο για αποτελεσματική αντίδραση. Η επίτευξη του αιφνιδιασμού είναι δυνατόν ν’ αποφέρει τη μεταβολή της υφισταμένης μεταξύ των αντιπάλων δυνάμεων σχέσεως υπέρ αυτού που επιτυγχάνει τον αιφνιδιασμό.
Ο αιφνιδιασμός κυρίως επιτυγχάνεται με τα εξής:
(α) Ταχύτητα ενεργείας.
(β) Εξαπάτηση και Μυστικότητα.
(γ) Ακριβείς Πληροφορίες.
(δ) Τροποποίηση των χρησιμοποιουμένων τρόπων και μεθόδων.
(ε) Εκμετάλλευση νέων μέσων και τεχνικής.
(στ) Ενέργεια από απίθανες κατευθύνσεις και με απροσδόκητη δύναμη.
(ζ) Τόλμη.
(η) Απόκρυψη.
Κατά την πρώτη μάχη στη Σίπκα, ο Αλέξανδρος προχώρησε σε μάχη για την διάσπαση της τοποθεσίας με αποφασιστικό τρόπο, αμέσως με την άφιξή του εκεί, χωρίς περίοδο ανάπαυσης, και σε χρόνο που ο ίδιος καθόρισε ως καταλληλότερο, έχοντας το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού επί των βαρβάρων. Η εφαρμοσθείσα “τακτική της χελώνης”, δηλαδή της προστασίας των στρατιωτών που έπεσαν μπρούμυτα με της ασπίδες τους, αιφνιδίασε τους βαρβάρους που ανέμεναν σημαντικές απώλειες και πρόκληση φόβου στους Μακεδόνες. Η τακτική εξ άλλου της δημιουργίας “βάσεως πυρός” με τους τοξότες από το δεξιό πλευρό, αιφνιδίασε τους εξελθόντες προς επίθεση Θράκες, προξενώντας τους μεγάλες μη αναμενόμενες απώλειες. Η εκδήλωση της επιθέσεως των Μακεδόνων αμέσως μετά με κραυγές, προφανώς αιφνιδίασε εξαιρετικά τους βαρβάρους οι οποίοι και υποχώρησαν τροχάδην.
Στην δεύτερη μάχη κατά των Τριβαλλών, η επιλεγείσα ευφυής τακτική του Αλεξάνδρου για να προσελκύσει τους βαρβάρους να εξέλθουν του δάσους θέτοντας έμπροσθεν αυτών μόνον τα ελαφρά τμήματα των σφενδονητών και τοξοτών και αμέσως μετά την εμπλοκή τους την επίθεση του βαρέως πεζικού και του ιππικού, αιφνιδίασε σοβαρά τους γενναία πολεμήσαντες Τριβαλλούς, οι οποίοι και κατατροπώθηκαν.
Ακολούθως, μετά την καταδίωξη των υπολειμμάτων των Τριβαλλών και πορεία τριών ημερών, αιφνιδίασε πλήρως τα ευρισκόμενα στην νήσο Πεύκη υπολείμματα των Τριβαλλών και Θρακών, επιχειρώντας άμεση προσπάθεια αποβάσεως στην νήσο για κατάληψή της και συντριβή των εκεί βαρβάρων. Τούτο δεν επετεύχθη, αλλά την νύχτα της ιδίας ημέρας πραγματοποίησε νυκτερινή βιαία διάβαση του Ίστρου και αιφνιδίασε πλήρως τις υπερδιπλάσιες δυνάμεις των Γετών, οι οποίες δεν ανέμεναν τους Μακεδόνες στην βόρεια όχθη και μάλιστα ετοιμοπόλεμους και παρατεταγμένους προς μάχη έναντι αυτών. Μάλιστα, η διάταξη του τετραγώνου που διέταξε ο Αλέξανδρος, δηλαδή σχήμα κατάλληλο ώστε να δυνηθεί η παράταξη να μάχεται ταυτοχρόνως προς όλες τις κατευθύνσεις [και όχι μόνον προς την κατεύθυνση κίνησής της], και να μην αιφνιδιαστεί, προκάλεσε ασφαλώς αμηχανία στους αντιπάλους, οι οποίοι μέχρι να αντιληφτούν τι συμβαίνει, υπέστηκαν την ήττα. Ο στρατηγικός όμως αιφνιδιασμός, ο οποίος και επετεύχθη ήταν, να τρομοκρατηθούν με την στρατιωτική του ισχύ όλα τα Θρακικά φύλα ακόμη και οι βορειότερα κατοικούντες λαοί και έτσι να εξασφαλισθεί η ειρήνη κατά την μακρόχρονη μελλοντική παραμονή του στην Ασία. Κατέδειξε σε όλους τους βαρβαρικούς λαούς του βορρά, ότι το μεγάλο και ανυπέρβλητο στρατιωτικά φυσικό εμπόδιο του Ίστρου ποταμού ήταν πρόβλημα μιας νύχτας για τον Αλέξανδρο, γεγονός που προκάλεσε την αίτηση φιλίας και από πιο μακρινούς λαούς τους Κέλτες, οι οποίοι ήρθαν να τον γνωρίσουν από θαυμασμό και να ζητήσουν την φιλία του.
9. Ασφάλεια
Συνίσταται στη λήψη των απαιτουμένων μέτρων προς αποφυγή του αιφνιδιασμού ή της παρενοχλήσεως, της εχθρικής παρατηρήσεως και συλλογής από τον εχθρό των απαιτουμένων πληροφοριών. Η ασφάλεια είναι ουσιώδης για την εφαρμογή των λοιπών αρχών του πολέμου. Η επίτευξη της παρέχει στο Διοικητή ελευθερία ενεργείας και απαγορεύει στον αντίπαλο να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τις δυνάμεις του.
Η αρχή της ασφαλείας τηρήθηκε από τον Αλέξανδρο σε όλη την διάρκεια της εκστρατείας αυτής. Κατά τις μετακινήσεις υπήρχαν πάντοτε πλαγιοφύλαξη, εμπροσθοφυλακή και οπισθοφυλακή. Στην μάχη με τους Θράκες, το ιππικό το οποίο δεν αναφέρεται από τον Αρριανό, ευρίσκονταν ως βάση ασφαλείας στους πρόποδες εξασφαλίζοντας τα μετόπισθεν. Ομοίως, στην μάχη με τους Τριβαλλούς, ο Αλέξανδρος μόλις πληροφορήθηκε ότι αυτοί συγκεντρώθηκαν για μάχη όπισθεν αυτού, αντελήφθη το σοβαρό θέμα της ασφάλειας που ήταν δυνατόν να προκύψει από την αποκοπή της επικοινωνίας ή την ανακατάληψη της διαβάσεως της Σίπκας και άμεσα επέστρεψε συνάψας μάχη. Αν και δεν περιγράφεται ακριβώς, αντιλαμβανόμαστε τα πολλαπλά μέτρα ασφαλείας που έλαβε κατά την διάβαση του Ίστρου, όσον αφορά τον θόρυβο από φωνές ή χλιμιντρίσματα των ίππων, ή από την πλεύση των πλοίων, ή από το άναμμα των φωτιών για θέρμανση η παρασκευή του φαγητού. Όταν πέρασε τον Ίστρο, κατά την κίνηση μέσα στα ψηλά χόρτα, συνέστησε απόλυτη ησυχία στους άνδρες και να έχουν τις μακριές σάρισες σε οριζόντια θέση να μην φαίνονται και προδώσουν την θέση τους, ενώ οι ιππείς προχωρούσαν αρχικά μη έφιπποι. Όταν εξήλθαν από την πυκνή βλάστηση, διέταξε τον Νικάνωρα να συντάξει και οδηγεί το πεζικό σε παράταξη τετραγώνου εναντίων των Γετών, προκειμένου να είναι ικανό το στράτευμα να πολεμήσει με ασφάλεια από όποια πλευρά εμφανιζόταν ο εχθρός. Δεν διέβη τον Ίστρο το σύνολο των δυνάμεων διότι ο Αλέξανδρος στην άγνωστη και μακρινή εκείνη χώρα, ήθελε να εξασφαλίσει με τον καλύτερο τρόπο την βάση εξορμήσεώς του δηλαδή την νότια όχθη. Ομοίως, μόλις ολοκλήρωσε την επιχείρηση καταστροφής των Γετών, επέστρεψε άμεσα στην νότια όχθη όπου ήταν η ασφαλής βάση εξορμήσεώς του. Εξάλλου, όταν ξεκίνησε από την Μακεδονία για την εκστρατεία αυτή, άφησε στην Πέλλα τον στρατηγό Αντίπατρο με μεγάλο αριθμό οπλιτών για την διαφύλαξη της κεντρικής διοίκησης του κράτους. Τέλος, ο Παρμενίων ο οποίος βρίσκονταν στην Ασία, διετάχθη να περάσει τον Ελλήσποντο και να εξασφαλίσει τις νότιες και ανατολικές ακτές από πιθανή επιχείρηση από τους Πέρσες ή λοιπούς βαρβάρους.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η ιδιοφυής στρατιωτική προσωπικότητα του Αλεξάνδρου δεν άφησε ούτε στιγμή από το μυαλό του το σοβαρό και υπερέχον θέμα της ασφάλειας σε στρατηγικό και στρατιωτικό επίπεδο.
10. Ηθικό
Είναι το σύνολο των ψυχικών δυνάμεων του μαχητού που πηγάζουν από την πίστη στις αξίες του πολιτισμού του, των παραδόσεων, του δικαίου και της φυσικής του δυνάμεως, μετατρέπονται δε σε θέληση για δράση. Το ηθικό αποτελεί απαραίτητο στοιχείο τόσο ως αποτρεπτικός παράγοντας όσο και δυναμικός για την διεξαγωγή οιασδήποτε επιχειρήσεως. Όπου οι δυνάμεις είναι ισοδύναμες, το ηθικό με τις αξίες του σθένους, του θάρρους και της ευτολμίας που το χαρακτηρίζουν, επιφέρει αποφασιστικό αποτέλεσμα. Το ηθικό εκτρέφει το επιθετικό πνεύμα και τη θέληση για τη νίκη και πρέπει να διέπει το στράτευμα από το διοικητή μέχρι τον απλό στρατιώτη. Τέλος, το ηθικό είναι επίσης η ιδιότητα εκείνη που εμψυχώνει τους άνδρες να προχωρούν κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες, να δείχνουν θάρρος και παρρησία σε στιγμές κοπώσεως και κινδύνου. Βασίζεται στην πειθαρχία, την επαγγελματική κατάρτιση, τη φυσική κατάσταση αλλά πάνω απ’ όλα το ηθικό ενισχύεται με το αίσθημα της εμπιστοσύνης και συναδελφικότητας μέσα στο πνεύμα Μονάδος που πρέπει να καλλιεργεί κάθε διοικητής. Στο μακεδονικό στρατό, είχε σφυρηλατηθεί το υψηλό ηθικό ήδη από τον βασιλέα Φίλιππο τον Β’. Η κυριαρχία σε όλη την ελληνική επικράτεια επί των πόλεων-κρατών τροφοδότησε με πολλαπλασιαστικό τρόπο το ηθικό των μακεδόνων κυριάρχων της πρώτη φορά ενωμένης Ελλάδος. Η πίστη εξ άλλου του στρατεύματος στην φύσει και θέσει ισχυρά στρατιωτική φυσιογνωμία του Φιλίππου και ακολούθως του αξίου διαδόχου του Αλεξάνδρου, χαλύβδωσαν αυτό με ευτολμία, σιδηρά πειθαρχία, αίσθημα εμπιστοσύνης και συναδελφικότητας, πίστη στις αξίες του μακεδονικού πολιτισμού του, των παραδόσεων, του δικαίου για την επικράτηση και τελικώς θέληση για τη νίκη. Η πράξη κατέδειξε ότι τόσο με τον Φίλιππο όσο και με τον Αλέξανδρο οι Μακεδόνες είχαν αναπτύξει υψηλότατο ηθικόν φρόνημα, ιδιότητα τέτοια που τους εμψύχωνε να προχωρούν κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες, να δείχνουν θάρρος και παρρησία σε στιγμές κοπώσεως και κινδύνου με απόλυτη πειθαρχία και πίστη στον βασιλέα αρχιστράτηγό τους και κατακτούν την μία μετά την άλλη νίκες!
Συμπεράσματα:
Μετά από τη μελέτη και ανασκόπηση των μαχών της πρώτης εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου διεξαχθείσα στην περίοδο της πρώιμης νεότητάς του και των Αρχών του Πολέμου, οι οποίες διδάσκονται σήμερα σε όλες τις σύγχρονες Στρατιωτικές Σχολές και Ακαδημίες Πολέμου του κόσμου, οδηγούμαστε αβίαστα στη διατύπωση των παρακάτω συμπερασμάτων:
1) Ο Μ.Αλέξανδρος εφάρμοσε συνειδητά όλες τις Αρχές του Πολέμου, όπως αυτές σήμερα διδάσκονται σε όλες τις Σχολές Πολέμου του πολιτισμένου κόσμου, χωρίς ο ίδιος προηγουμένως να έχει φοιτήσει σε κάποια αντίστοιχη Σχολή της αρχαιότητας. Ήταν ένας εκ γενετής Ηγέτης και Στρατηλάτης. Μεταλαμπάδευσε τις στρατηγικές γνώσεις και ηγετικές του ικανότητες στους στρατηγούς του και εκείνοι στους μεταγενεστέρους τους. Άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στην Παγκόσμιο Ιστορία ως ένας από τους ικανότερους στρατιωτικούς ηγέτες οι οποίοι με την δράση και τα κατορθώματά τους χάραξαν νέους δρόμους και αρχές στην -αργότερα- επίσημη στρατιωτική επιστήμη. Ο κύριος σκοπός της μελέτης μου αυτής, θεωρώ ότι επιτεύχθηκε.
2) Είναι ο πρώτος και μοναδικός Έλληνας στρατηγός, από την αρχαιότητα μέχρι τις ημέρες μας, ο οποίος διάβηκε τον Ίστρο (Δούναβη) ποταμό, διεξάγοντας συνεχώς έντονες στρατιωτικές επιχειρήσεις και έφτασε μέχρι 55 χιλιόμετρα (σε ευθεία γραμμή) από το κέντρο του σημερινού Βουκουρεστίου, πρωτεύουσας της Ρουμανίας, μέχρι του σημείου περατώσεως των επιχειρήσεών στην χώρα των Γετών.
3) Είναι ο πρώτος αρχαίος στρατιωτικός ηγέτης, ο οποίος διεξήγαγε την πρώτη καταγεγραμμένη διακλαδική επιχείρηση με τόσο άρτιο και τέλειο τρόπο, χρησιμοποιώντας τον πολεμικό στόλο των Βυζαντινών στον πλωτό ποταμό Ίστρο, η οποία ακόμη και σήμερα, με τις τέλειες συσκευές επικοινωνιών που διαθέτουμε, θεωρείται ένα δυσκολότατο στρατιωτικό και στρατηγικό επιχείρημα.
4) Ο Αλέξανδρος δεν ήταν αλαζόνας και άθεος. Κατ’ αρχάς επεδίωξε και αναγνωρίσθηκε προστάτης του Ιερού των Δελφών Μετά το επιτυχές πέρας των επιχειρήσεων με τα βόρεια βαρβαρικά φύλα, και αφού επέστρεψε στην νότια όχθη του Ίστρου, τέλεσε μεγαλοπρεπείς ευχαριστήριες θυσίες στον πατέρα των Ολυμπίων Θεών Δία τον Σωτήρα, τον γεννήτορα των Μακεδόνων και Ελλήνων Ηρακλή και στον Θεό του ποταμού Ίστρου, τόσο από θρησκευτικό σεβασμό όσο και από ευγνωμοσύνη προς τους Θεούς, τους οποίους θεωρούσε “ανωτέρα δύναμη” από αυτόν, διότι του επέτρεψαν την επιτυχία της επιχειρήσεως. Ο Αλέξανδρος ήταν βαθύ θρησκευόμενο άτομο και αυτό έκανε πάντοτε και στις μετέπειτα επιχειρήσεις του μέχρι τα πέρατα του κόσμου, διδάσκοντας τον σεβασμό και την πίστη στα ιερά και τα όσια της Φυλής του.
5) Δεν υπάρχει ακριβής περιγραφή του δρομολογίου από τον Αρριανό (ή άλλον ιστοριογράφο) περί του δρομολογίου το οποίο ακολούθησε ο Αλέξανδρος προκειμένου να φθάσει από την Αμφίπολη στην πεδιάδα της Φιλιππούπολης και εκείθεν στον Αίμο. Το μόνο ιστορικό στοιχείο το οποίο μας αναφέρει ο Αρριανός, είναι: “Φιλίππους πόλιν εν αριστερά έχοντα και τον Όρβυλον το όροςˑ διαβάς τον Νέστον ποταμόν λέγουσιν, ότι δεκαταίος αφίκετο επί το όρος τον Αίμον.” (Έχοντας την πόλη των Φιλίππων και το Όρβηλο όρος στα αριστερά της πορείας του, μας λένε, ότι σε δέκα ημέρες έφθασε στο όρος Αίμος). Μελετώντας διεξοδικά την πιθανή διαδρομή την οποία μπορούσε να επιλέξει ο Αλέξανδρος, συμπεραίνω τα παρακάτω: Την Άνοιξη του 336 π.Χ. ξεκίνησε με το στράτευμά του από την Αμφίπολη με προορισμό τον Αίμο (σημερινή βόρειο Βουλγαρία). Εκτιμώ, ότι ο Αλέξανδρος ακολούθησε αρχικά βόρειο-ανατολική διαδρομή στις δυτικές καταπτώσεις του Παγγαίου όρους, όπως περίπου σήμερα κατευθύνεται η αμαξιτή οδός, και μετά το σημερινό χ. Κορμίστα, κατευθύνθηκε ανατολικά προς χ. Αντιφιλλίππους και Ελευθερούπολη, προκειμένου να παρακάμψει τα τενάγη των Φιλίππων. Άφησε στο αριστερό του το όρος Όρβηλος και την πόλη των Φιλίππων και έφθασε στην Νεάπολη (είχε το όνομα αυτό από τον 7ο αιώνα π. Χ. μέχρι το 746μ.Χ. Σήμερα λέγεται Καβάλα). Εκείθεν, κινήθηκε ανατολικά προς τον Νέστο ποταμό, τον διάβηκε, κατευθύνθηκε προς την σημερινή πόλη της Ξάνθης. Εκείθεν μέσω της διάβασης του Εχίνου, έφθασε ορεινές διαβάσεις της οροσειράς της Ροδόπης, κινούμενος προς το σημερινό πομακικό χωρίο Μελίβοια, και ακολούθως (εντός του σημερινού Βουλγαρικού εδάφους) προς χ.Ρουντόζεμ, Σμόλιαν, Παμπόροβο, Ασένοβγκραντ και Φιλιπούππολη. Εκείθεν, κατευθυνόμενος βορείως στην πεδιάδα, έφθασε στη διάβαση της Σίπκας στον Αίμο.
Στηρίζω την θέση μου αυτή, δηλαδή της επιλογής αυτού του δρομολογίου, σε τρία μεγάλης στρατιωτικής αξίας δεδομένα: Πρώτον, ότι η διαδρομή ήταν πολύ καλής βατότητας στην αρχαιότητα, όπως και σήμερα, τουλάχιστον μέχρι τον Εχίνο, συνεπώς ταχείας εξελίξεως. Δεύτερον, παρείχε επαρκείς λύσεις στο σοβαρό θέμα της Διοικητικής Μέριμνας, ήτοι, δυνατότητα επαρκούς τροφής για το στράτευμα, νομής για τα υποζύγια, υδροποσίας για τους άνδρες και υποζύγια, (για τους 25.000 μάχιμους στρατιώτες του και άλλους περίπου 5.000 βοηθητικούς που είχε μαζί του και περισσότερα των 4000 υποζύγια), διότι διέρχονταν από κατοικημένα χωριά που ήταν υποταγμένα στους Μακεδόνες (οι Αγριάνες ήταν οι αρχαίοι Πομάκοι, τους οποίους μάλιστα είχε στρατολογήσει για την εκστρατεία αυτή). Σε όλη την διαδρομή του στρατεύματος, υπήρχαν δίπλα (ή παραλλήλως με την κίνηση), ποτάμια και ρυάκια με αφθονία νερού. Τρίτον, διασφάλιζε απολύτως την ασφάλεια του ταχέως κινουμένου στρατεύματός του, διότι διέρχονταν μέσα από φιλικούς προσκείμενους λαούς, (δηλαδή τους Αγριάνες). Τέλος, όπως προανέφερα, η διαδρομή αυτή συμπίπτει με την περιγραφή του Αρριανού, ότι δηλαδή άφηνε στο “αριστερό” το Όρβυλο όρος και την πόλη των Φιλίππων. Επίσης, η διαδρομή αυτή ήταν γνωστή στους Μακεδόνες πολύ καλά από τα χρόνια του Φιλίππου Β’. Στο τέλος του άρθρου, στο “Παράρτημα των Χαρτών”, παρέχω χάρτες, με την βοήθεια της υπηρεσίας GOOGLE MAP, με το λεπτομερές δρομολόγιο της κινήσεως του Μ.Αλεξάνδρου, κατά μήκος των υπαρχόντων διαχρονικά φυσικών διαβάσεων
6) Όσον αφορά στην ταχύτητα κινήσεως των στρατευμάτων του Αλεξάνδρου, ο Αρριανός μας αναφέρει ότι σε δέκα ημέρες έφθασε στον Αίμο. Αν και (όπως αναφέραμε), δεν γνωρίζουμε την ακριβή διαδρομή κινήσεως του Αλεξάνδρου, η απόσταση μεταξύ της Αμφιπόλεως μέχρι της διαβάσεως Σίπκας, δεν μπορεί σε καμία των περιπτώσεων να είναι μικρότερη των 350 χιλιομέτρων και μεγαλύτερη των 400 χιλιομέτρων. Αυτό διότι, εάν θεωρήσουμε ότι ακολούθησε άλλες υπάρχουσες διαδρομές, όπως για παράδειγμα (α) τη διάβαση του Γρανίτη, και εκείθεν πεδιάδα Μαχομίας (Μπάνσκο), διάβαση Γιακουρούδας, Πάζαρτζικ, Φιλιππούπολη και (β) διαβάσεις προς Βουλγαρία βορείως από την σημερινή πόλη της Κομοτηνής, αυτές θα πρέπει να αποκλειστούν, διότι αφενός αντιβαίνουν στις πληροφορίες που μας παραδίδει ο Αρριανός, δεδομένου ότι η (α), αφήνει “δεξιά” την πόλη των Φιλίππων και υπερβαίνει τα 400 χιλιόμετρα, ενώ οι (β) υπερβαίνουν τα 400 χιλιόμετρα, γεγονός που θα ανάγκαζε τους στρατιώτες και τα υποζύγια να περπατούσαν άνω των σαράντα χιλιομέτρων καθημερινώς επί δέκα ημέρες, με πλήρη οπλισμό, το οποίο κρίνω υπερβολικό.
Θεσσαλονίκη, Απρίλιος 2025
***
(*) Ο Υπτγος (ε.α) Ιωάννης Κόντης είναι:
Πτυχιούχος Τμήματος Οικονομικών Σπουδών ΑΠΘ,
Πτυχιούχος Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας ΔΠΘ,
Πτυχιούχος Ανωτάτης Σχολής Πολέμου,
Πτυχιούχος Ανωτάτης Στρατιωτικής Ακαδημίας του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
***
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1) Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος Δ’, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε. 1973.
2) Ο Μέγας Αλέξανδρος – Από την Ιστορία έως τον Θρύλο, Θεοδώρου Κ. Σαράντη, Εκδόσεις Αλκυών Ο.Ε. 1975.
3) Μέγας Αλέξανδρος – Ο Άνθρωπος Φαινόμενο, Α’ Μέρος, Σαράντος Ι. Καργάκος, Realnews, 2014.
4) Επιχειρήσεις (Εγχειρίδιο Εκστρατείας ΕΕ 100-1), ΓΕΣ/ΔΝΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΕΩΣ/3α, ΑΘΗΝΑ, ΜΑΙΟΣ 1996
5) Περιοδικός Ελληνικός Τύπος, διάφορα άρθρα.
6) Πληροφορίες από το Διαδίκτυο, διάφορα άρθρα και εικόνες.
***
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Η Μακεδονική φάλαγγα αποτελούσε τον χαρακτηριστικό τρόπο παράταξης μάχης, αρχικά των Μακεδόνων και στη συνέχεια όλων των κρατών των Διαδόχων και Επιγόνων, επί δύο αιώνες (μέσα 4ου – μέσα 2ου αιώνα π.Χ.).

Συγκρότηση
Τη φάλαγγα συγκροτούσαν ελεύθεροι επαγγελματίες της Μακεδονίας, είτε μικροϊδιοκτήτες αγρότες, είτε αστοί των πόλεων. Σύμφωνα με την διαίρεση από τον Φίλιππο, η επικράτεια διαιρέθηκε σε 12 στρατολογικές περιφέρειες, από τις οποίες αντίστοιχα προέρχονταν οι τάξεις της φάλαγγας. Για να δείξει τη σημασία που προσέδιδε ο βασιλιάς στους πεζούς, τους ονόμασε πεζέταιρους, σε αντιστοιχία με τους Εταίρους, έφιππους αριστοκρατικής καταγωγής.
Οργάνωση
Η βασική μονάδα κατά τον 4ο αιώνα ήταν η Τάξη (1536 άνδρες), υπό τον Ταξίαρχο. Υπομονάδα της, το Σύνταγμα (256) υπό το Συνταγματάρχη, οι άνδρες του οποίου τάσσονταν σε βάθος 16 ζυγών, σχηματίζοντας τον Λόχο, με μέτωπο άλλων 16, σχηματίζοντας το τετράγωνο του συντάγματος. Πρώτος σε κάθε λόχο ήταν ο διοικητής του, ο Λοχαγός και τελευταίος ο υποδιοικητής του, ο Ουραγός. Άλλοι αξιωματικοί ήταν ο Ημιλοχίτης (διοικητής 8 ανδρών) και ο Ενωμοτάρχης. Κάθε τάξη συγκροτούνταν από 6 Συντάγματα, ενώ 32 Τάξεις συγκροτούσαν ένα Κέρας. Όλη η παράταξη αποτελούνταν από τα δύο Κέρατα (αριστερό – δεξιό, συνολικά 64 τάξεις). Μετά την εποχή του Αλεξάνδρου, τόσο στη Μακεδονία όσο και στα κράτη των Διαδόχων, η βασική διαίρεση της φάλαγγας ήταν σε δύο Κέρατα, τους Χαλκάσπιδες και τους Αργυράσπιδες,

ενώ η διαίρεση σε Τάξεις ατόνησε. Η προέλευση κάθε Τάξης από συγκεκριμένη περιοχή συνέβαλλε στο να σφυρηλατείται καλύτερα το πνεύμα της ομάδας και να εξασφαλίζεται καλύτερη απόδοση της φάλαγγας. Στην φάλαγγα, εκτός από τους φαλαγγίτες πεζεταίρους, ήταν δυνατόν, ανάλογα με τις απαιτήσεις της μάχης να συμμετέχουν και οι Υπασπιστές.
Οπλισμός

της Μακεδονικής φάλαγγας
Αμυντικός Οπλισμός
Περικεφαλαία
Η περικεφαλαία ήταν θρακικού/ φρυγικού τύπου, βαμμένη σε διάφορα χρώματα. Επί Αλεξάνδρου, χρησιμοποιείτο κυρίως η βοιωτική, ενώ ακόμα σε χρήση ήταν και η χαλκιδικού ή αττικού τύπου, ακόμα και λακωνικοί πίλοι. Τον 4ο αιώνα στις φρυγικές, συχνά προσαρμόζονταν παραγναθίδες με σχήματα γενειάδας ή μουστακιού, καλύπτοντας όλο το πρόσωπο. Τα κράνη των αξιωματικών έφεραν λοφία (αλογοουρές συνήθως λευκές), ενώ επί Αλεξάνδρου, οι διακριθέντες στη μάχη είχαν στεφάνι, χρυσό ή αργυρό.
Θώρακας
Ο θώρακας ήταν μεταλλικός, μυώδης για τις πρώτες σειρές, Λινοθώρακας, ενισχυμένος με μεταλλικά ελάσματα ενίοτε για τις επόμενες. Ενίοτε και φολιδωτός, για τους ευπορότερους. Κάτω από τον θώρακα έφεραν κοντό χιτώνιο.
Κνημίδες
Οι κνημίδες ήταν χάλκινες, παρόμοιες με αυτές των παραδοσιακών οπλιτών σε σχήμα.
Ασπίδα
Έφεραν ασπίδες μικρότερες από τους νότιους Έλληνες οπλίτες (το όπλον), περίπου 60 εκ., κυρτότερες, χωρίς στεφάνη, την οποία αναρτούσαν στον ώμο αφήνοντας έτσι ελεύθερα τα δύο χέρια για να χειριστούν τη σάρισα.
Επιθετικός οπλισμός
Σάρισα
Ήταν μακρύ δόρυ από ξύλο κρανιάς, με μήκος 5,5 μ.(έφτανε έως 6,5) και βάρος ως 8 κιλά. Οι πρώτες 5 σειρές της φάλαγγας κρατούσαν ελαφρά σηκωμένες τις σάρισες, με σκοπό να πλήξουν τους αντιπάλους ή τους ίππους τους κατά πρόσωπο. Οι επόμενες 11 σειρές είχαν υψωμένα τα δόρατα, σχηματίζοντας έτσι ένα δάσος από σάρισες. Επειδή η σάρισα ήταν τόσο μακριά, οι πεζέταιροι είχαν πλεονέκτημα σε σχέση με τους κανονικούς οπλίτες και τους Πέρσες διότι μπορούσαν να κρατήσουν τους εχθρούς σε μεγάλη απόσταση και να τους πλήττουν χωρίς να κινδυνεύουν από τα κοντύτερα δόρατα των εχθρών.
Ξίφος
Τα ξίφη ήταν συνήθως ίσια, κοντά και πλατύστομα. Σπανιότερα μακρύτερα και ελαφρώς κυρτά-κοπίδες. Το ξίφος χρησιμοποιούταν σε περιπτώσεις που η σάρισα διαλυόταν ή οι εχθροί κατόρθωναν να σπάσουν την παράταξη της φάλαγγας, και χρειαζόταν να κάνουν μάχη σώμα με σώμα.
Τακτική – στρατηγική
Σχηματισμοί
Οι σχηματισμοί στη μακεδονική φάλαγγα περιελάμβαναν:
Πύκνωση: βάθος 16 ανδρών
Συνασπισμός: 8 (όπως η νοτιοελληνική φάλαγγα)
Βάθος: 32 ανδρών (σπάνια)
Η φάλαγγα μπορούσε να ταχθεί με ευθύ μέτωπο, λοξά ή σε άλλο σχηματισμό (τοξωτά, σφηνοειδώς, τετράγωνα) κατά τον 4ο και 3ο αιώνα π.Χ. Τον 2ο αιώνα ήταν δυνατή μόνο η ευθεία παράταξη.
Κύρια αποστολή της Μακεδονικής Φάλαγγας στο πεδίο της μάχης, ήταν να καθηλώσει τα αντίπαλα στρατεύματα, να τα αγκιστρώσει, παίζοντας έτσι αμυντικό ρόλο, ή να τα πιέσει δημιουργώντας μια τακτική βάση ανάπτυξης επιχειρησιακών κινήσεων για το υπόλοιπο στράτευμα. Στην επίτευξη αυτού του στόχου, ασφαλώς συνέβαλλε και η καθίζηση του ηθικού που προκαλούσε στους αντιπάλους.

Τακτική
Υπό τη διοίκηση του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και του γιου του Μ.Αλεξάνδρου, η Μακεδονική φάλαγγα ήταν ισχυρότατος σχηματισμός. Αυτοί οι άνδρες μπόρεσαν να κατανοήσουν και να εκμεταλλευτούν τα πλεονεκτήματά της χωρίς να εκθέσουν στον αντίπαλο τις αδυναμίες της. Κατά την Ελληνιστική περίοδο συγκρούσθηκαν μεγάλες φάλαγγες σαρισοφόρων με ποικίλα αποτελέσματα, ωστόσο ο ρόλος του βαρέως ιππικού πολλές φορές έκρινε εκείνες τις μάχες. Ο Μολοσσός βασιλιάς Πύρρο πρώτος αντιμετώπισε με φάλαγγα τις Ρωμαϊκές λεγεώνες πετυχαίνοντας οριακές νίκες, που όμως, σε μεγάλο βαθμό οφείλονταν στους ελέφαντές του. Οι Ρωμαίοι συνέτριψαν αργότερα τους στρατούς των Ελληνιστικών βασιλείων, καθώς οι πιο ευέλικτες λεγεώνες τους γνώριζαν πως να αντιμετωπίσουν τις φάλαγγες πεζέταιρων.
Κύριο πλεονέκτημα της Μακεδονικής φάλαγγας υπήρξε η τρομερή δύναμη κρούσης που παρέτασσε στο εμπρόσθιο τόξο, καθώς οι σάρισες των τριών πρώτων σειρών εκτείνονταν τουλάχιστον πέντε μέτρα μπροστά από το μέτωπό της. Το βάθος των ανδρών της έδινε μια ακαταμάχητη ορμή που ήταν πρακτικά αδύνατο να σταματήσει από μπροστά.
Κύρια μειονεκτήματα της Μακεδονικής φάλαγγας υπήρξαν τα εκτεθειμένα πλευρά της, καθώς και η αδυναμία άμυνας σε περίπτωση διάσπασης ή ρήγματος. Οι φαλαγγίτες δεν διέθεταν ούτε τον οπλισμό ούτε την εκπαίδευση για να αντιμετωπίσουν εκ του συστάδην αντιπάλους με ροπή στην ξιφομαχία, όπως οι λεγεωνάριοι με τις ευέλικτες ασπίδες τους (scutum) και τα φονικά κοντά ξίφη τους (gladius).
Γνωρίζοντας τα παραπάνω, οι Φίλιππος Β’ και Μ. Αλέξανδρος στην πραγματικότητα δεν χρησιμοποίησαν την φάλαγγα ως όπλο κρούσης, δηλαδή δεν επεδίωξαν με την επέλασή της να καταβάλλουν τον αντίπαλο. Γνώριζαν ότι κατά την καταδίωξη ενός οπισθοχωρούντος εχθρού η φάλαγγα πιθανότατα θα εξέθετε τα ανυπεράσπιστα πλευρά της ή θα συναντούσε ανωμαλίες στο έδαφος οπότε θα παρουσίαζε ρήγματα. Οι Μακεδόνες στρατηλάτες, αντίθετα, χρησιμοποίησαν την φάλαγγα ώστε να αγκιστρώσουν τις δυνάμεις του αντιπάλου επάνω της, να τις εγκλωβίσουν, και στην συνέχεια να επιτύχουν το αποφασιστικό πλήγμα με το βαρύ ιππικό τους (Εταίροι, Σαρισοφόροι ιππείς, Θεσσαλοί). Αυτή η τακτική διδάσκεται ακόμα και σήμερα στις στρατιωτικές ακαδημίες διεθνώς ως τακτική Σφύρας και Άκμωνος (εν προκειμένω Άκμων=φάλαγγα, Σφύρα=Ιππικό).
Συνοψίζοντας, για να αποτελέσει η Μακεδονική φάλαγγα στοιχείο μιας νικηφόρας συνταγής έπρεπε:
Να δίνει μάχη σε επίπεδο έδαφος χωρίς ανωμαλίες
Να υποστηρίζονται τα πλευρά της επαρκώς από ιππικό ή και υψηλής ποιότητας ελαφρύ πεζικό.
Να οδηγείται σε ασφαλείς για αυτήν ελιγμούς και όχι σε καταδίωξη
Να διοικείται από υψηλής ποιότητας στρατηγούς και ταξιάρχους (όπως αυτοί του Αλεξάνδρου)
Να στελεχώνεται από υψηλής ποιότητας πεζέταιρους (όπως αυτοί του Αλεξάνδρου)
Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση (όπως έγινε κατά τις κατακτήσεις των Ελληνιστικών βασιλείων από τους Ρωμαίους), η φάλαγγα εξέθετε τα σημαντικά μειονεκτήματά της με κίνδυνο ένας αποφασισμένος και πειθαρχημένος εχθρός (όπως οι Ρωμαίοι) να τα εκμεταλλευτεί.
(2) Οι Αγριάνες ή Αγρίανες ή Αγρίες ήταν αρχαίο φύλο που κατοικούσε στην κοιλάδα του άνω Στρυμόνα, μεταξύ των οροσειρών Αίμου και Ροδόπης [α], δηλαδή σε εδάφη που στις μέρες μας ανήκουν στη δυτική Βουλγαρία και στη νοτιοανατολικότερη Σερβία (Σκόπια σήμερα).

Ο Ηρόδοτος περιγράφει τους Αγριάνες ως παιονικό φύλο, μαζί με τα φύλα των Οδομαντών και των Δοβηρών, στην περιοχή του Παγγαίου. Ο Θουκυδίδης τους αναφέρει ως θρακικό φύλο: «Σιτάλκης, ὁ Τηρέως, Ὀδρύσσης, Θρακῶν βασιλεὺς ἀνίστη δὲ καὶ Ἀγριᾱνες καὶ Λαϊαίους καὶ ἄλλα ὄσα ἔθνη…»). [β] Ο Θεόπομπος αναφέρει τους Αγριάνες ως παιονικό φύλο: «Ἀγρίαι, αρσενικῶς, ἔθνος Παιονίας μεταξὺ Αἵμου καὶ Ροδόπης. Λέγονται καὶ Ἀγράιοι καὶ Ἀγριεῖς». Υπό τον βασιλιά Λάγγαρο, συμπολέμησαν με τους Μακεδόνες εναντίον των Τριβαλλών το 335 π.Χ. και συν-υπερασπίστηκαν επιτυχώς τα κληρονομικά κυριαρχικά δικαιώματα του Μ. Αλεξάνδρου στη Βαλκανική Χερσόνησο. Για τον λόγο αυτό ανταμείφθηκαν από τον μεγάλο στρατηλάτη με το δικαίωμα της αυτονομίας, προσφορά που με τη σειρά τους τίμησαν με μακρόβια και εξαιρετικά αξιόπιστη συμμαχία από μέρους τους. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εκστρατείας του Μ. Αλεξάνδρου, αρχικά αριθμούσαν περί τους 700 άνδρες, ενώ κατά τη μάχη των Γαυγαμήλων (331 π.Χ.) ανέρχονταν σε περίπου 1.000 άνδρες.
———–
[α] Είναι γνωστό ότι οι Αγριάνες (Πομάκοι) ήταν θρακικά φύλα που κατοικούσαν στα άγονα και ορεινά μέρη της ευρύτερης περιοχής της Ροδόπης και όχι μόνο, επί χιλιάδες χρόνια ζούσαν σαν κτηνοτρόφοι ή μισθοφόροι πολεμιστές των Αθηναίων, Μακεδόνων και Ρωμαίων. Πήραν μέρος στην εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου με αρχηγό τον Λάγγαρο με 1000 ιππείς ακοντιστές. Μάλιστα ο Μέγας Αλέξανδρος θα του έδινε ως σύζυγο την αδελφή του αν δεν πέθαινε ο Λάγγαρος. Σήμερα οι Θράκες Αγριάνες – Πομάκοι από την πλευρά της Ελλάδος ζουν στα ορεινά της Ροδόπης (Έβρος, Ροδόπη, Ξάνθη). Αυτοί τα παλιά χρόνια λάτρευαν στα υπαίθρια ιερά τον ήρωα Ιππέα, ο οποίος ήταν ο μυθικός βασιλιάς των Θρακών Ρήσσος. Τα ιερά αυτά βρίσκονταν επάνω σε λόφους εύκολα προσβάσιμους σε όλους τους ανθρώπους άρρωστους ή υπέργηρους για να πραγματοποιήσουν την θυσία – προσφορά στον θεό. Ακόμα βρίσκονται εκεί μαρμάρινα πλακίδια με ανάγλυφη παράσταση του Θράκα Ιππέα, χάλκινα αγαλματίδια του ίδιου πάνω σε άλογο, όπως επίσης και οξυπύθμενοι αμφορίσκοι υγρών προσφορών στο θεό. Τα ιερά αυτά υπήρχαν μόνο όπου κατοικούσαν οι Θράκες. Στα βυζαντινά χρόνια το όνομά τους από Αγριάνες έγινε Αχριάνες και η Ροδόπη ονομάστηκε Αχριδώ. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού στην Ροδόπη οι Ροδοπαίοι Θράκες – Αγριάνες του 4ου αιώνα ασπάσθηκαν και αυτοί τον χριστιανισμό, χτίστηκαν τότε πολλές εκκλησίες, παρεκκλήσια και μοναστήρια.
[β] […] Λάγγαρος δὲ ὁ τῶν Ἀγριάνων βασιλεὺς ἤδη μὲν καὶ Φιλίππου ζῶντος ἀσπαζόμενος Ἀλέξανδρον δῆλος ἦν καὶ ἰδίᾳ ἐπρέσβευσε παρ’ αὐτόν, τότε δὲ παρῆν αὐτῷ μετὰ τῶν ὑπασπιστῶν, ὅσους τε καλλίστους καὶ εὐοπλοτάτους ἀμφ’ αὑτὸν εἶχε. καὶ ἐπειδὴ ἔμαθεν ὑπὲρ τῶν Αὐταριατῶν πυνθανόμενον Ἀλέξανδρον, οἵτινές τε καὶ ὁπόσοι εἶεν, οὐκ ἔφη χρῆναι ἐν λόγῳ τίθεσθαι Αὐταριάτας. εἶναι γὰρ ἀπολεμωτάτους τῶν ταύτῃ. καὶ αὐτὸςἐμβαλεῖν ἐς τὴν χώραν αὐτῶν, ὡς ἀμφὶ τὰ σφέτερα μᾶλλόν τι ἔχοιεν. καὶ κελεύσαντος Ἀλεξάνδρου ἐσβάλλει ἐς αὐτούς. καὶ ἐμβαλὼν ἦγε καὶ ἔφερε τὴν χώραν αὐτῶν. Αὐταριᾶται μὲν δὴ ἀμφὶ τὰ αὑτῶν εἶχον. Λάγγαρος δὲ τά τε ἄλλα ἐτιμήθη μεγάλως πρὸς Ἀλεξάνδρου καὶ δῶρα ἔλαβεν, ὅσα μέγιστα παρὰ βασιλεῖ τῷ Μακεδόνων νομίζεται. καὶ τὴν ἀδελφὴν τὴν Ἀλεξάνδρου Κύναν καὶ ταύτην ὡμολόγησε δώσειν αὐτῷ ἐς Πέλλαν ἀφικομένῳ Ἀλέξανδρος. Ἀλλὰ Λάγγαρος μὲν ἐπανελθὼν οἴκαδε νόσῳ ἐτελεύτησεν. […]. Τα αρχαία ελληνικά κείμενα ήταν σε άτονα κεφαλαία και έτσι είναι ασαφές το πώς τονίζονταν η ονομασία ΑΓΡΙΑΝΕΣ.
(3) Φλάβιος Αρριανός (95 μ.Χ. – 180 μ.Χ.)
O Αρριανός, γνωστός και ως Φλάβιος Αρριανός (Νικομήδεια, γύρω στο 95 μ.Χ. – γύρω στο 180 μ.Χ.) ήταν Έλληνας, Ρωμαίος πολίτης, συγγραφέας, ιστορικός, φιλόσοφος, γεωγράφος, πολιτικός και στρατιωτικός, έπαρχος της Καππαδοκίας (130-137 μ.Χ.), Αθηναίος πολίτης, Άρχων της Αθήνας, γνωστότερος για τα έργα του Αλεξάνδρου Ανάβασις και Ινδική.
Γεννήθηκε στη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας (στην Βιθυνία) γύρω στο 95 μ.Χ. και πέθανε σ’ αυτή γύρω στο 180 μ.Χ. Σπούδασε πρώτα στη Νικόπολη της Ηπείρου κοντά στο στωικό φιλόσοφο Επίκτητο και κατόπιν, μετά τον θάνατο του Επικτήτου (120 μ.Χ.) συνέχισε σπουδάζοντας στην Αθήνα, φιλοσοφική και ρητορική. Ο Αρριανός προς τιμήν του δασκάλου συνέγραψε το φιλοσοφικό έργο «Επικτήτου Διατριβαί», στο οποίο κατέγραψε τη διδασκαλία του Επικτήτου. Στα συγγραφικά του έργα είχε σαν παράδειγμα του τον Ξενοφώντα.
Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αδριανός ο οποίος τον γνώρισε στην Αθήνα, εκτίμησε τις αρετές του και τον έκανε έπαρχο της Καππαδοκίας, για επτά χρόνια (130-137 μ.Χ.), αξίωμα που δόθηκε σε Έλληνα για πρώτη φορά από τους Ρωμαίους. Του έδωσε επίσης τα δικαιώματα του Ρωμαίου πολίτη κι ο Αρριανός απόκτησε τ’ όνομα Φλάβιος κι έγινε «υποκατάστατος ύπατος». Με τις διοικητικές ικανότητες και την ανδρεία του απόκρουσε τις επιδρομές του σκυθικού λαού των Αλανών εναντίον του Ρωμαϊκού κράτους, ενώ παράλληλα διακρίθηκε και για το έξοχο ερευνητικό του πνεύμα. Στην Αθήνα γύρισε ξανά αφότου έπαψε να είναι διοικητής στην Καππαδοκία, όπου πήρε τον τίτλο του Αθηναίου πολίτη και το 145 μ.Χ. διορίστηκε από τον Αδριανό άρχοντας των Αθηνών. Στα 171 μ.Χ. ήταν πρύτανης της Πανδιονίδας φυλής.
Γέρος πια άφησε την Αθήνα κι έφυγε για την πατρίδα του, όπου έγινε ιερέας της Δήμητρας και της Περσεφόνης. Η πιθανότερη ημερομηνία θανάτου είναι το 175 μ.Χ.
Τα έργα του
Τα έργα του είναι ιστορικά, φιλοσοφικά, γεωγραφικά και στρατιωτικά.
Ιστορικά
Από τα ιστορικά του το σπουδαιότερο και το καλύτερο, που διασώθηκε ολόκληρο, είναι η «Αλεξάνδρου Ανάβασις». Αποτελείται από εφτά βιβλία (προς μίμησην της «Κύρου Ανάβασις», του Ξενοφώντα) γραμμένα στην αττική διάλεκτο (ο Αρριανός ήταν γνωστός Αττικιστής της εποχής εκείνης). Περιγράφεται όχι μόνο η εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου εναντίον της Περσίας, αλλά και ολόκληρη η ιστορία του με τα πιο κύρια στοιχεία. Ο Αρριανός πίστευε πως τα κατορθώματα του Μακεδόνα στρατηλάτη ήταν θέληση και έργο της ειμαρμένης και πως κανένας από τους ανθρώπους δεν έκανε έργα μεγαλύτερα από αυτόν. Στα ιστορικά αναφέρονται επίσης τα «Μετά τον Αλέξανδρον», δέκα βιβλία, που αποσπάσματά τους υπάρχουν σήμερα, τα «Βιθυνιακά» και τα «Παρθενικά» που είναι χαμένα. Η καταγραφή της εκστρατείας του Μ.Αλεξάνδρου έγινε λόγω του θαυμασμού του Αρριανού για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Οι σημαντικότερες πηγές πληροφοριών της Αλεξάνδρου Ανάβασις ήταν από τα έργα προηγούμενων ιστοριογράφων που ασχολήθηκαν με τον Μ.Αλέξανδρο, του Πτολεμαίου και του Αριστόβουλου, των οποίων τα έργα θεωρούσε πιο αξιόπιστα από των υπολοίπων. Η Αλεξάνδρου Ανάβασις σαν μεταγενέστερο έργο, από την εποχή του Αλεξάνδρου, υστερεί σημαντικά στην αναφορά των πολιτικών του αποφάσεων ή της εκπολιτιστικής εκστρατείας του. Παρόλ’ αυτά, η αντικειμενικότητα και η ακρίβεια του έργου του, επάνω στα ιστορικά γεγονότα, το κατατάσσουν στην πιο αξιόπιστη πηγή πληροφοριών για την αποστολή του Μ.Αλεξάνδρου. Άλλο σημαντικό ιστορικό του έργο είναι η «Ινδική», που γράφτηκε μετά την Αλεξάνδρου Ανάβασις και αναφέρεται στην ιστορία, στην γεωγραφία και στα ήθη των Ινδών και γράφτηκε σε ιωνική διάλεκτο, σε προσπάθεια του Αρριανού να αποδείξει ότι μπορούσε να χειριστεί άριστα την γλώσσα του Ηροδότου. Στην Ινδική γίνεται επίσης περιγραφή και για την εκστρατεία του μακεδονικού στόλου από τον Ινδό ως τον Ευφράτη ποταμό, στον περσικό κόλπο. Σημαντικότατη πηγή πληροφοριών του έργου του ήταν οι παρατηρήσεις του ναυάρχου του Μ. Αλεξάνδρου Νεάρχου του Κρητός, συγκεκριμένα μέσα από το έργο του «Παράπλους της Ινδικής». Λόγω της πνευματικής συνοχής της η Ινδική συχνά εκδίδεται μαζί με την Ανάβαση, σαν όγδοο βιβλίο.
Φιλοσοφικά
Φιλοσοφικά του έργα ήταν οι «Επικτήτου διατριβαί» (το έργο του, στο οποίο αναφέρεται στην διδασκαλία του Επικτήτου), οχτώ βιβλία, από τα οποία σώθηκαν τα τέσσερα πρώτα και το «Εγχειρίδιον Επικτήτου» (κείμενο μικρής εκτάσεως, που αποτελούσε περικοπή του Επικτήτου Διατριβαί).
Γεωγραφικά
Ελληνικές αποικίες του Εύξεινου Πόντου. Τα Γεωγραφικά ήταν ο «Περίπλους του Ευξείνου Πόντου», έργο με μεγάλη ακρίβεια και σαφήνεια, γιατί ο ίδιος έκανε αυτό το ταξίδι. Αναφέρεται πάνω σε γεωγραφικές, μετεωρολογικές και άλλες επιστημονικές παρατηρήσεις, τις περισσότερες εκ των οποίων τις έκανε ο ίδιος όταν ακόμη ήταν διοικητής στην Καππαδοκία. Ο περίπλους αυτός έγινε την περίοδο 130-131 στα παράλια του Εύξεινου Πόντου, από την Τραπεζούντα έως το Βυζάντιο. Το έργο αυτό, έγινε με την μορφή επιστολών προς τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό.
Άλλα έργα
Η «Κυνηγετική» συμπληρώνει το όμοιο έργο του Ξενοφώντα και έγραψε επίσης δύο βιογραφίες «Τιμολέοντος του Κορινθίου» και «Δίωνος του Συρακουσίου» που δεν έχουν διασωθεί.
Βιβλία στρατιωτικά: «Έκταξις κατ’ Αλανών», που αναφέρεται στην διάταξη του ρωμαϊκού στρατού κατά των Αλανών και περιέχει σημαντικότατες πληροφορίες για τον τρόπο διαβίωσης και παραμέρισης των Ρωμαίων στρατιωτών στις επαρχίες (γράφτηκε το 137, όταν ο Αρριανός ήταν ακόμη διοικητής στην Καππαδοκία) και «Τέχνη Τακτική» όπου φανερώνεται η αξιόλογη πείρα του Αρριανού για την τακτική και τη στρατηγική του πολέμου (περιέχει κυρίως τις γνώσεις του Αρριανού για τις στρατιωτικές μεθόδους που ακολουθούσαν οι Ρωμαίοι και οι Έλληνες).
Από τα έργα του σώθηκαν τα περισσότερα, άλλα ακέραια και άλλα μόνον περικοπές τους, γιατί χρησιμοποιήθηκαν στα σχολεία για την ιστορική τους αλήθεια. Τα συγγραφικά έργα του Αρριανού αν και διαχειρίζονταν σε γενικές γραμμές εύκολα και ευνόητα στο πρότυπο, λόγω της αρχαίας αττικής διαλέκτου που χρησιμοποιούσε ο Αρριανός, σε κάποια σημεία αστοχούσε (κυρίως επάνω στην χρήση λέξεων με δευτερεύουσα ή ευκαιριακή σημασία αλλά και σε άλλες συντακτικές χρήσεις), με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται κάποιες φορές μια έλλειψη ακριβείας στα έργα. Εντούτοις, τα έργα του Αρριανού εξακολουθούν να διακρίνονται για την παραστατικότητα, την συνοπτικότητα και την αμεροληψία τους.
***
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΑΡΤΩΝ





***