Περί του “Ατατούρκ” και γιατί δεν πρέπει να τον αποκαλούμε έτσι οι Έλληνες.
Γράφει ο Κόντης Ιωάννης (*)
Ο Μουσταφά Κεμάλ γεννήθηκε σε άγνωστη ημερομηνία, για πολλούς στις 10-11-1881, στην Θεσσαλονίκη και πέθανε στην Κωνσταντινούπολη στις 10-11-1938, δηλαδή σε ηλικία μόλις 57 ετών. Ήταν γιός του Αλή Ριζά Εφέντη [Ali Riza Efendi] και της Ζουμπειντέ, η οποία ήταν αγράμματη και κατά είκοσι χρόνια μικρότερη του συζύγου της.
Ο ίδιος, επειδή είχε πολλά συμπλέγματα, ουδέποτε αποκάλυψε ποιάς φυλής ήταν, πότε ακριβώς γεννήθηκε και πως έζησε την δύσκολη παιδική του ηλικία. Είναι πολύ πιθανόν να ήταν σλαβικής, αλβανικής ή και άλλης καταγωγής.
Σπούδασε, μεταξύ άλλων, στην Στρατιωτική Σχολή Θεσσαλονίκης (1902-1904) και αποφοίτησε με τον βαθμό του Λοχαγού. Είχε μεγάλη έφεση προς τα μαθηματικά, προς τούτο, ο καθηγητής του Μουσταφά (συνωνυμία), του πρότεινε να υιοθετήσει την ονομασία “Κεμάλ”, η οποία στην τουρκική γλώσσα σημαίνει “Ωριμότητα”. Το γεγονός ότι αποφοίτησε πέμπτος ανάμεσα σε 43 συν-σπουδαστές του, καταδεικνύει ότι ήταν ένας ευφυής Αξιωματικός.
Μέχρι το έτος 1933, οπότε ο ίδιος ως Πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας υποχρέωσε διά νόμου όλους τους Τούρκους να αποκτήσουν ένα οικογενειακό επώνυμο, ο Μουσταφά ονομαζόταν μόνον Μουσταφά (όνομα) Κεμάλ (Ωριμότητα) Πασά (Διοικητής). Με τον νόμο του 1933, ο ίδιος υιοθέτησε το προσωνύμιο “Ατατούρκ”, το οποίο σημαίνει στα ελληνικά “πατέρας των Τούρκων”, θέλοντας ως “νάρκισσος” που ήταν, να σηματοδοτήσει την δημιουργία του σύγχρονου Τουρκικού κράτους που έγινε από αυτόν τον ίδιο, δηλαδή, όπως ο πατέρας γεννάει τα παιδιά του, αυτός είναι ο γεννήτωρ της σύγχρονης Τουρκίας [Atatürk < ata (πατέρας) + Türk (Τούρκος)]. Αυτή η επιλεκτική ονομασία όμως αφορά μόνον τον ίδιο, την τουρκική ιστορία και το Τουρκικό κράτος, όχι εμάς τους Έλληνες.
Για πολλούς ανθρώπους της εποχής του και του σήμερα, ό Μουσταφά Κεμάλ υπήρξε ένας μεγάλος οραματιστής και πατριώτης. Για τους σοβαρούς ιστορικούς και μελετητές και πολλούς πατριώτες μη τουρκικής εθνότητας όμως, είναι δύσκολο να αγνοηθεί/παραγραφεί η σκληρότητα και απανθρωπιά με την οποία ο ίδιος και η κυβέρνησή του κατέστειλαν και εξολόθρευσαν τους Έλληνες, τους Κούρδους, τους Αρμένιους και τόσους άλλους λαούς και αναρωτούνται αν ήταν ένας “πατριώτης οραματιστής” ή ένας κοινός εγκληματίας πολέμου ή ακόμη ένα τέρας.
Για τους Έλληνες πολίτες, τοις νουν έχουσιν, κρίνοντες αμιγώς με εθνικά και ιστορικά κριτήρια, ο Μουσταφά Κεμάλ αποτελεί τον ανηλεή σφαγέα των μειονοτήτων που υπήρχαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, μεταξύ αυτών και των Ελλήνων, κάθαρση στην οποία ο ίδιος προΐστατο, παρά του ότι οι Νεότουρκοι μίλησαν για ισότητα και για ελευθερία έκφρασης των πολιτών της Αυτοκρατορίας, ανεξαρτήτων φυλής και θρησκείας. Συνεπώς για εμάς αποτελεί στυγνό εγκληματία, συμμετέχοντα στην γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και της καθ’ υμάς Ανατολής (Μικράς Ασίας). Ο Μουσταφά Κεμάλ ενώπιον του Δικαστηρίου της Αδεκάστου Ιστορίας εκρίθη ως ένοχος σφαγών και γενοκτονιών των λαών και αυτό δεν μπορεί να εξαλειφθεί ποτέ. Η απόφαση είναι αμετάκλητος.
Κατόπιν όλων των παραπάνω αναφερομένων πραγματικών στοιχείων και μη επιδεχομένων αμφισβητήσεως, θεωρώ τουλάχιστον μεγάλη ντροπή, ένδειξη υποτέλειας, άγνοιας και αγνωμοσύνης για τους Έλληνες και μάλιστα τους μορφωμένους, να τον αποκαλούν σε ομιλίες τους και στον γραπτό τους λόγο με το προσωνύμιο “Ατατούρκ”.
Για τους Τούρκους πολίτες μπορεί να είναι ο “πατέρας” τους και ας τον αποκαλούν όπως αυτοί επιθυμούν. Για όλους τους Έλληνες όμως, θεωρώ ότι είναι αρκετό και απόλυτα σαφές το όνομα: Μουσταφά Κεμάλ (Πασά).
Θεσσαλονίκη, 31-01-2024,
Ιωάννης Κόντης,
Υποστράτηγος ε.α.
***
(*) Ο Ιωάννης Κόντης είναι Υποστράτηγος ε.α και:
Πτυχιούχος Τμήματος Οικονομικών Σπουδών ΑΠΘ,
Πτυχιούχος Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας ΔΠΘ,
Πτυχιούχος Ανωτάτης Στρατιωτικής Ακαδημίας του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων της Ρωσικής Ομοσπονδίας.