Η ευχή “Χρόνια Πολλά”.
Πριν περίπου δύο έτη, η Καθηγήτρια του ΑΠΘ κα Διονυσία Μισίου, στον Διαδυκτιακό Διάλογο των Καθηγητών ΑΕΙ, έγραψε το παρακάτω ενημερωτικό και πάντοτε επίκαιρο σχόλιο για την Ελληνική ευχή “Χρόνια Πολλά”, το οποίο μας κοινοποίησε ο αγαπητός Συμμαθητής μας Ιωάννης Κόντης.
**
Αγαπητοί συνάδελφοι Χρόνια πολλά!
Η συνήθης ευχή στις γιορτές ήταν πάντα το «Χρόνια πολλά», η οποία τα τελευταία χρόνια τείνει να αντικατασταθεί από το «Χρόνια καλά», μία ευχή με εντελώς άλλη ιδεολογία από το «Χρόνια πολλά».
Η ευχή «Χρόνια πολλά» είναι μία καθαρά ελληνική ευχή και δεν υπάρχει σε καμία άλλη σύγχρονη γλώσσα. Η ευχή στα αγγλικά many happy returns και η παλαιοσλαβική ευχή “mnogaja e leta” (πολλά καλοκαίρια) που χρησιμοποιείται από Σέρβους και Ρώσους, αντιστοιχούν στο «Χρόνια καλά» που όμως παραπέμπει σε μία εντελώς άλλη στάση ζωής.
Η ευχή προέρχεται από τη βυζαντινή ευχή «ες έτη πολλά» που πρωτοεμφανίστηκε στο «Πολυχρόνιον» της Εκκλησίας για τον Μ. Κωνσταντίνο, όπου τα πολλά έτη είναι το μόνο που ζητείται από τον Θεό για τον αυτοκράτορα. Η Εκκλησία από την αρχή χρησιμοποίησε την ελληνική γλώσσα, ενώ η λατινική ήταν η επίσημη γλώσσα της βυζαντινής αυτοκρατορίας, την οποία ο Μ. Κωνσταντίνος έβαλε στην προοπτική του εκχριστιανισμού και του εξελληνισμού, που θα ολοκληρωθεί από τον Ηράκλειο Α΄(610-641).
Καθώς η αυτοκρατορία εξελληνίζεται, η επευφημία augustus tu vincas (συ νικάς) μετατρέπεται σε αύγουστε τούμβικας και τελικά αντικαταστάθηκε από την έκφραση του βασιλέως “πολλά τα έτη”. Από την εποχή του Ιουστινιανού Β΄ (685-695 μ.Χ.) η διατύπωση αυτή πέρασε και στα νομίσματα στη λατινική της όμως μορφή, multos annos, γιατί τα νομίσματα τα χαρακτηρίζει συντηρητισμός και ο εξελληνισμός τους άρχισε αργότερα επί Λέοντα Γ΄ ’Ισαυρου το 720 μ.Χ.
Η ευχή “ες έτη πολλά” εκφράζει την αγάπη του Έλληνα για τη ζωή. Βέβαια όλοι οι άνθρωποι αγαπούν τη ζωή, η σχέση του Έλληνα όμως με τη ζωή είναι διαφορετική, γιατί οι Έλληνες πρώτοι συνειδητοποίησαν ότι το πολυτιμότερο αγαθό του ανθρώπου είναι η ζωή, ο χρόνος του ανθρώπου πάνω στη γη. Ήδη στη Νέκυια(*) της Οδύσσειας. όταν ο Οδυσσέας με τις συμβουλές της Κίρκης κατεβαίνει στον Κάτω Κόσμο, ο νεκρός Αχιλλέας του λέει πως προτιμά να είναι δούλος στον πάνω κόσμο, παρά βασιλιάς στον Άδη:
Κάλλιο στὴ γῆς νὰ βρίσκομουν, κι ἂς δούλευα σὲ ἀνθρώπου
μικροῦ, μὲ δίχως βιὸς πολύ, παρὰ στὸν Ἅδη νὰ εἶμαι,
καὶ βασιλέας νὰ λέγουμαι τῶν πεθαμένων ὅλων.
(λ 487-491)
Η ευχή λοιπόν “ες έτη πολλά”, “Χρόνια πολλά”, εκφράζει τον ορθολογισμό του Έλληνα που αναγνωρίζει τη ζωή ως το πολυτιμότερο αγαθό του ανθρώπου, αλλά καθώς η ευχή διαμορφώθηκε και εμφανίστηκε στη βυζαντινή εποχή, αποτελεί απόδειξη για το ενδιαφέρον των Βυζαντινών για τη ζωή, για την πίστη τους, ότι η αυτοκρατορία τους μπορεί και πρέπει να γίνει μίμηση της ουράνιας βασιλείας, την ελπίδα τους να ζήσουν τη μεγάλη αυτή αλλαγή, την πραγμάτωση του Ευαγγελίου, αλλά και τον ορθολογισμό του ορθόδοξου Έλληνα, ότι μόνο χρόνο μπορούμε να ζητάμε από το Θεό, γιατί όλα τα άλλα μπορούμε και πρέπει να τα πετύχουμε με την εργασία μας και τους αγώνες μας.
Ο ορθολογισμός αυτός είναι απόρροια της νέας αυτογνωσίας που απέκτησε ο βυζαντινός άνθρωπος με το χριστιανισμό με τον οποίο ενηλικιώθηκε και απέκτησε πια αυτός την ευθύνη για τη ζωή του. Στην πατερική παράδοση εμφανίζεται πολύ συχνά ο όρος προαίρεση, που σημαίνει την ελευθερία βούλησης του ατόμου να επιλέξει ανάμεσα στο καλό και το κακό, και τις απεριόριστες δυνατότητες του ανθρώπου ως γνήσιας εικόνας του Θεού. Η ευχή Χρόνια πολλά εκφράζει την ουμανιστική πίστη στη δύναμη του ανθρώπου ν’ αλλάξει –πέρα από κάθε μοιρολατρεία – τη ζωή του, αντιστρέφοντας όλους τους αρνητικούς όρους, αν πραγματικά το θελήσει. Αυτή την πίστη στον άνθρωπο προσπάθησα να διδάξω στους φοιτητές μου με αφορμή την ευχή Χρόνια πολλά, γι’ αυτό και, όπως με πληροφόρησαν, στο ΦΒ υπάρχουν και σχετικά σχόλια φοιτητών μου.
Όπως τόνισα, η ευχή «Χρόνια πολλά» είναι μια καθαρά ελληνική, βυζαντινή, ευχή που δεν υπάρχει σε άλλες σύγχρονες γλώσσες, γεγονός που οφείλεται στη διαφορετική ερμηνεία του χριστιανισμού σε Ανατολή και Δύση, όπου θεωρήθηκε και θεωρείται ουτοπία, ότι η βασιλεία του Θεού είναι δυνατό να επικρατήσει πάνω στη γη. Οι διαφορετικές πολιτικοοικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν σε Ανατολή και Δύση οδήγησαν στις διαφορετικές ερμηνείες του χριστιανισμού. Στην ελληνοχριστιανική ορθόδοξη Ανατολή όπου επικρατούσαν καλύτερες πολιτικο-οικονομικές συνθήκες, κάτω από την επίδραση του ελληνισμού διατηρήθηκε το ενδιαφέρον για τη ζωή στη γη και διαμορφώθηκε η πίστη, ότι η πραγμάτωση του Ευαγγελίου είναι ένα ενδοϊστορικό γεγονός. Αντίθετα στη χριστιανική Δύση εξαιτίας των συνθηκών που δημιούργησαν οι γερμανικές επιδρομές και ιδιαίτερα η πτώση της Ρώμης και κάτω από την επίδραση του ιερού Αυγουστίνου, της μεγαλύτερης πνευματικής φυσιογνωμίας της δυτικής Εκκλησίας, το ενδιαφέρον στράφηκε στη ζωή μετά θάνατον. Η γη θεωρείται δοκιμασία του ανθρώπου από την οποία θα κριθεί η μέλλουσα ζωή. Και δεν είναι τυχαίο, νομίζω, ότι τα κλειδιά του παραδείσου τα κρατάει ο άγιος Πέτρος, ο μεγαλύτερος άγιος της δυτικής Εκκλησίας.
Όπως κάθε κανόνας έχει τις εξαιρέσεις του, έτσι και στην περίπτωση με τα «Χρόνια πολλά» υπάρχει η εξαίρεση στη ρουμανική και βλάχικη γλώσσα. Η εξαίρεση εξηγείται από την ομοιότητα της γλώσσας, multi anni, και από το γεγονός, ότι Ρουμάνοι και Βλάχοι είναι ορθόδοξοι.
Ότι η ευχή «Χρόνια πολλά» είναι μια καθαρά ελληνική ευχή αποδεικνύεται και από το γεγονός, ότι και οι ανάλογες ευχές «να τα εκατοστήσεις» ή «να τα χιλιάσεις» δεν υπάρχουν σε άλλες γλώσσες. Οι Έλληνες του εξωτερικού όταν εύχονται «Χρόνια πολλά», «να τα εκατοστήσεις ή να τα χιλιάσεις» μεταφράζοντας τις ευχές αυτές στη γλώσσα της χώρας στην οποία διαμένουν, αντιμετωπίζουν τα αρνητικά ειρωνικά σχόλια των μη Ελλήνων, σχόλια που θυμίζουν την αντίδραση του επίσκοπου Κρεμόνας Λιουπράνδου: Όταν ο Λιουπράνδος πήγε στην Κωνσταντινούπολη, ο πατέρας του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά (963-969) γιόρταζε και ο δυτικός επίσκοπος σχολίασε ως εξής τις ευχές που έδιναν οι Έλληνες στον εορτάζοντα και τον αυτοκράτορα: «Ο πατέρας του αυτοκράτορα ήταν, όπως μου φάνηκε, ένας άνθρωπος εκατόν πενήντα χρονών. Και σ’ αυτόν όπως και στον γιο του οι Έλληνες εύχονταν στα εγκώμιά τους ή μάλλον στα κολακεύματά τους, να πολλαπλασιάζει ο Θεός τα χρόνια τους. Από αυτό το γεγονός μπορούμε να κρίνουμε πόσο ανόητοι είναι οι Έλληνες, πόσο αγαπούν αυτές τις καυχησιολογίες, πόσο κόλακες, πόσο άπληστοι. Εύχονται όχι μόνο σ’ έναν γέροντα αλλά σ’ έναν εσχατόγερο αυτό που βέβαια γνωρίζουν ότι ούτε η ίδια η φύση επιτρέπει. Και ο εσχατόγερος χαιρόταν με τις ευχές εκείνες, που γνώριζε ότι ο Θεός δεν πραγματοποιούσε, και αν τις πραγματοποιούσε, δεν θα τον ωφελούσαν, αλλά θα τον έβλαπταν».
Διονυσία Μισίου.
**
(*)Η Νεκυία ή κατάβασις Οδυσσέως ήταν φημισμένο έργο ζωγραφικής του αρχαίου Έλληνα ζωγράφου Πολύγνωτου. Κοσμούσε την Λέσχη των Κνιδίων στους Δελφούς. Ο πίνακας ήταν εμπνευσμένος από την Ραψωδία λ’ της Οδύσσειας και είχε ως θέμα την κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη, που πήγε για να ζητήσει χρησμό από τη σκιά του μάντη Τειρεσία. Μια λεπτομερή περιγραφή του μας δίνει ο Παυσανίας.