16-8-1943: Η Σφαγή του Κομμένου Άρτας.

Φευγιό από το Κομμένο της Άρτας (Κώστας Μαλάμος, 1946)

Η σφαγή του Κομμένου ήταν μια από τις μεγαλύτερες σφαγές αμάχων στην ιστορία της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα. Διαπράχθηκε κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, στις 16 Αυγούστου 1943, στο χωριό Κομμένο που βρίσκεται στο νομό Άρτας και είναι χτισμένο κοντά στις όχθες του ποταμού Άραχθου. Συνολικά 317 άνθρωποι δολοφονήθηκαν, από τους οποίους 97 νήπια και παιδιά ηλικίας μέχρι 15 ετών, ενώ 119 ήταν γυναίκες.

Τα γεγονότα πριν την Σφαγή.

Σύμφωνα με τον αυτόπτη μάρτυρα Στέφανο Παππά, μετέπειτα Γυμνασιάρχη και μάρτυρα κατηγορίας στη Δίκη της Νυρεμβέργης, στις 12 Αυγούστου 1943 ένα γερμανικό τζιπ με δύο στρατιώτες του τάγματος Φιλιππιάδας εκτελούσε περιπολία στα χωριά του Αμβρακικού κόλπου. Κάποια στιγμή το τζιπ ανατράπηκε στο χωματόδρομο και προσέτρεξαν σε βοήθεια κάτοικοι του χωριού Κομμένου. Οι Γερμανοί ισχυρίζονται ότι «μέσα σε χωράφι είδαν ένα ένοπλο αντάρτη και τρόμαξαν, με αποτέλεσμα να χάσουν τον έλεγχο του οχήματος». Το τζιπ με τη βοήθεια των χωρικών επαναφέρθηκε στην κανονική θέση και οι στρατιώτες ελαφρά τραυματισμένοι επέστρεψαν στη Φιλιππιάδα, όπου ανέφεραν το συμβάν. Ο επικεφαλής της μονάδας Φιλιππιάδας – Πρέβεζας, ταγματάρχης Φάλνερ (Falner), επικοινώνησε με το Στρατηγείο στα Ιωάννινα (στρατηγός Χούμπερτ Λαντς (Hubert Lanz)) και έλαβε την εντολή «να εξαφανίσει το χωριό από το χάρτη» σύμφωνα με εντολές του Αδόλφου Χίτλερ.

Η Σφαγή.

Η μηχανοκίνητη μονάδα ναζιστικών στρατευμάτων από τη Φιλιππιάδα, με εντολή της Διοίκησης Ιωαννίνων, εισέβαλε στο χωριό Κομμένο της Άρτας τα χαράματα της 16ης Αυγούστου 1943.

Τα στρατεύματα προέβησαν σε μια άνευ προηγουμένου σφαγή του άμαχου πληθυσμού. Έστησαν πολυβόλα στις εισόδους του χωριού, εισέβαλαν στα σπίτια και σκότωσαν όποιον έβρισκαν μπροστά τους και στο τέλος έβαλαν φωτιά και τα έκαψαν. Λίγοι ξέφυγαν με βάρκες στον Αμβρακικό Κόλπο.

Η πρωτοφανής αγριότητα της σφαγής αποτυπώνεται στο βιβλίο “Αιματοβαμένο Εντελβάις” του Χέρμαν Φρανκ  Μάγερ, γιού αξιωματικού της Βέρμαχτ, που ψάχνοντας τα ίχνη του πατέρα του, βρέθηκε μπροστά σε συγκλονιστικά στοιχεία για την δολοφονική δράση των επίλεκτων μονάδων των ναζί στην Ελλάδα. Ο συγγραφέας μίλησε με επιζώντες της Μεραρχίας “Εντελβάις” οι οποίοι παρά τις προσπάθειές τους να συσκοτίσουν τα γεγονότα είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικοί για την αγριότητα των δυνάμεων κατοχής και το βάρος του εγκλήματος στο Κομμένο, όπως ενδεικτικά φαίνεται από τις παρακάτω αναφορές.

«Αμέσως αφότου κατεβήκαμε από το φορτηγό συγκεντρωθήκαμε και κάποιος αξιωματικός της μονάδας μας έδωσε τη διαταγή πως σ'αυτή την επιχείρηση αντιποίνων δεν έπρεπε κανένας Έλληνας να εγκαταλείψει το χωριό ζωντανός. Ο αξιωματικός μας είπε χαρακτηριστικά: ‘να θερίσουμε τους πάντες’»(Στρατιώτης Όττο Γκόλντμαν 18 χρονών τότε, από τη Βιέννη).

«Είναι σαν να κόβεις χόρτα. Γίνεται πολύ γρήγορα. Μετά ησυχία. Καμία κραυγή, καμία αναστάτωση. Μετά ησυχάζεις (…) Βλέπω ακόμη και σήμερα τις γυναίκες και τα παιδιά που στήθηκαν μπροστά στον τοίχο, πως άρχισαν να ουρλιάζουν προσπαθώντας να κρυφτούν πίσω από τα τελάρα. Ήμουν τόσο ταραγμένος που θα αναγκαζόμουν να πυροβολήσω γυναικόπαιδα».(Υποδεκανέας Άντον Τσίγκλερ απαντώντας σε ερώτηση πως αισθανόταν μετά τη σφαγή).

«Είδα τα πτώματα των πυροβολημένων να κείτονται στο χώμα. Ήταν όλοι νεκροί δεν χωράει καμία αμφιβολία. Κάτι που μ’ έκανε πραγματικά να αηδιάσω ήταν πως ορισμένοι ασελγούσαν πάνω στα πτώματα.... Νομίζω πως είδα και πτώματα με βγαλμένα μάτια». (Άουγκουστ  Ζάιτνερ).

«Είδα πράγματι παιδιά νεκρά τα οποία έφεραν στο πρόσωπο γύρω από την περιοχή του στόματος φρικτά εγκαύματα. Δεν γνωρίζω όμως εάν αυτό συνέβη ενόσω τα παιδιά ζούσαν ακόμη, ή εάν κακοποιήθηκαν τα πτώματά τους».(Άουγκουστ  Ζάιτνερ).

«Μετά μας είπαν πως μπορούσαμε να πάρουμε μαζί μας λάφυρα. Οι στρατιώτες όμως ήταν τόσο εξαντλημένοι, που δεν άγγιξαν σχεδόν τίποτα από τα πράγματα που βρίσκονταν ολόγυρα. Μόνο οι αξιωματικοί φόρτωσαν στα φορτηγά λαφυραγωγημένα χαλιά και άλλα αντικείμενα αξίας» (Φραντς Τόμασιτς αυστριακός , 19 ετών τότε)

Μετά την σφαγή, οι ναζί στρατιώτες κάθισαν στην πλατεία του χωριού όπου έφαγαν και ήπιαν μπύρες, αφήνοντας εκεί άδειες κονσέρβες δίπλα σε 7 πτώματα. Συνολικά οι νεκροί της σφαγής ήταν 317 άτομα. (97 παιδιά μέχρι 15 ετών, 14 ηλικιωμένοι 67 έως 75 ετών , 119 γυναίκες 16 έως 65 ετών και 87 άνδρες 16 έως 65 ετών) Διασώθηκαν 440 άτομα. Η σφαγή του Κομμένου Άρτας είναι ισοδύναμη με αυτή των Καλαβρύτων και του Διστόμου.

Γεγονότα του ακολούθησαν.

Ο επικεφαλής των δολοφόνων, ταγματάρχης Φάλνερ, εκτελέστηκε αργότερα στη Σερβία από παρτιζάνους αντάρτες του στρατάρχη Τίτο. Ο επικεφαλής Μέραρχος των ναζί στα Ιωάννινα, Χούμπερτ Λαντς, παραπέμφθηκε και δικάσθηκε στη Δίκη της Νυρεμβέργης ως εγκληματίας πολέμου, το 1947, και καταδικάστηκε σε 12 έτη κάθειρξης. Ωστόσο αφέθηκε ελεύθερος το 1951. 

Ένδεκα χρόνια μετά την λήξη του πολέμου στην τότε Δυτική Γερμανία ανασυστάθηκε η «Εντελβάις» με το ίδιο διακριτικό, ως επίλεκτη μονάδα της Μπόυντεσβερ, του στρατού της Ο.Δ. Γερμανίας. Η μονάδα στελεχώθηκε από πρώην αξιωματικούς της χιτλερικής Μεραρχίας και 1000 «παλαιμάχους» που είχαν πάρει μέρος στις σφαγές στην Ελλάδα και την Σερβία. Μάλιστα ένας από αυτούς, ο Καρλ  Βίλχελμ Τίλο, που συμμετείχε στο επιτελείο της μονάδας σφαγής στο Κομμένο έγινε διοικητής της Μεραρχίας, έφτασε μέχρι το βαθμό του αντιστρατήγου και αποστρατεύθηκε ως αναπληρωτής επιθεωρητής της Μπούντεσβερ.

Την δεκαετία του ’60 γερμανοί ιδιώτες έμαθαν για τη σφαγή του Κομμένου και επισκέφθηκαν το χωριό. Μάλιστα μια ευκατάστατη γερμανίδα χρηματοδότησε την ανέγερση νέου Δημοτικού Σχολείου.

Την δεκαετία του 1980 άρχισε να ασχολείται με τις θηριωδίες των ναζί ο Χέρμαν Φρανκ Μάγερ, που εξέδωσε το βιβλίο “Αιματοβαμένο Εντελβάις”, αποσπάσματα του οποίου προαναφέρθηκαν. Ο Χέρμαν Φρανκ Μάγερ τιμήθηκε από την Κοινότητα Κομμένου για το έργο του.

Το έτος 2003, Γερμανοί ακτιβιστές παρουσία τηλεοπτικών συνεργείων άπλωσαν πανό μέσα στο Μουσείο Περγάμου, που βρίσκεται στο τέως Ανατολικό Βερολίνο, με το σύνθημα «Καλάβρυτα- Δίστομο – Κομμένο. Να αναγνωρισθεί η σφαγή και να δοθούν αποζημιώσεις», στα γερμανικά και ελληνικά. Στις 30 Απριλίου 2004, ανακοινώθηκε στα διεθνή μέσα ενημέρωσης ότι ο εισαγγελέας του Μονάχου άνοιξε το φάκελο της σφαγής του Κομμένου, και ο Πρόεδρος του Κομμένου Γεώργιος Παππάς δήλωσε ότι επιτέλους ανοίγει ο δρόμος για περαιτέρω διεκδικήσεις.

Το Κομμένο χαρακτηρίσθηκε Μαρτυρικό Χωριό με το Π.Δ. 399/1998 (ΦΕΚ A 277/1998). Κάθε χρόνο, στις 15-16 Αυγούστου, τελείται μνημόσυνο στην Μνήμη των αθώων θυμάτων, σε ανάμνηση αυτής της θηριωδίας, που δεν τιμά τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό.

***

Πηγές: istorika-ntokoumenta.blogspot.com
wikipedia

Αφήστε μια απάντηση