9/2/1897: Ο Σπύρος Καγιαλές κάνει το κορμί του ιστό της Ελληνικής Σημαίας.

Συμπληρώνονται σήμερα 125 χρόνια από την ημέρα που ο Σπύρος Καγιαλές – Καγιαλεδάκης, ο «Θρύλος του Ακρωτηρίου», έγραψε με τον ηρωισμό και την αυτοθυσία του μια από τις πιο ένδοξες στιγμές της Ελλάδος κατά των Αγώνα των Κρητών, το 1897, για την Ένωση με την Μητέρα Πατρίδα.

Ο Σπύρος Καγιαλές γεννήθηκε το 1872. Ο πατέρας του Δημήτρης, καταγόταν από τη Γραμβούσα, ήλθε μαζί με την οικογένειά του από τα Καμπιά και εγκαταστάθηκε στη Χαλέπα.

Όλοι οι άνδρες της οικογένειας Καγιαλέ έλαβαν μέρος στους αγώνες της εποχής τους για την Ελευθερία και την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Στο Ακρωτήρι ο Σπύρος Καγιαλές υπηρέτησε από την αρχή της Επανάστασης του 1897 μαζί με τους αδελφούς του Γιώργο, Μανώλη, Αντώνη και Σήφη. Επίσης, έλαβε μέρος στις μάχες του Δρίσκου κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913, όπου και πάλι διακρίθηκε για την ανδρεία του και τιμήθηκε με την απονομή ειδικών μεταλλίων και διπλώματος.

Γενναίος πολεμιστής υπήρξε και ο μονάκριβος γιος του Γιώργος, που διακρίθηκε στα πεδία των μαχών στη Μακεδονία, όπου και έπεσε. Ο χαμός του αγαπημένου του γιου, σημάδεψε την υπόλοιπη ζωή του και υπήρξε η πραγματική αιτία του θανάτου του, αργότερα.

Το κλίμα της εποχής.

Οι χριστιανοί της Κρήτης υπέφεραν αφάνταστα από την αφόρητη κατάσταση που επικρατούσε στο νησί κι έτσι όπως συνέχιζε να εξελίσσεται στις αρχές του 1897.

Στις 20 Ιανουαρίου οι Τούρκοι πυρπολούν πολλές συνοικίες και ιδιοκτησίες χριστιανών στα περίχωρα των Χανίων. Οι Χριστιανοί αναλαμβάνουν δράση, δημιουργούν προγεφυρώματα και πολιορκούν περιοχές όπου κυριαρχούσε το τουρκικό στοιχείο.

Στις 22 η κατάσταση χειροτερεύει και την επόμενη ημέρα και από τις 3.30 μ.μ. οι Τούρκοι πυροβολούν αδιάκριτα κατά παντός.

Οι χριστιανοί κλείνονται στα σπίτια και στα μαγαζιά τους που πυρπολούνται, ενώ προηγουμένως παραβιάζονται και λεηλατούνται «εν μέσω πάσης θηριωδίας». Η κατάσταση είναι φρικτή. Οι φλόγες φαίνονται από μίλια μακριά. Μόχθοι 10ετιών εξαφανίζονται. Πυκνός καπνός σκεπάζει ολόκληρη την πόλη. Αυτό το σκηνικό κράτησε 3 περίπου μέρες. Τα Χανιά και η Χαλέπα ερημώθηκαν και όσοι χριστιανοί διασώθηκαν, κατέφυγαν σε διάφορα σημεία της ελεύθερης Ελλάδας.

Στις 24 Ιανουαρίου γίνεται σύσκεψη στο σπίτι του Έλληνα πρόξενου στη Χαλέπα, Ν. Γενάδη, στην οποία μετέχουν ο ίδιος και οι Κ. Μητσοτάκης, Α. Σήφακας, Ν. Ζουρίδης και Κ. Φούμης. Αποφασίστηκε να κηρυχθεί η Ένωση και να κληθεί ο βασιλιάς των Ελλήνων Γεώργιος να καταλάβει το νησί.

Την επόμενη εκδίδεται ψήφισμα υπέρ της Ένωσης, αναγγέλλεται ότι πρόκειται να καταπλεύσει στο νησί ελληνικός στόλος και καταλαμβάνονται από τους επαναστάτες στρατηγικές θέσεις στο Ακρωτήρι.

Στις 26 αποφασίζεται να ανυψωθεί η Ελληνική Σημαία στον Προφήτη Ηλία του Ακρωτηρίου. [1]

Την ίδια ημέρα δημιουργείται προσωρινό στρατόπεδο στον περίβολο του ελληνικού προξενείου και τα μεσάνυχτα, φτάνουν έξω από το λιμάνι των Χανίων τα ελληνικά πολεμικά πλοία «Ύδρα», «Μυκάλη», «Μιαούλης» και «Αλφειός». Την αυγή επιδίδεται το ψήφισμα στους πρόξενους της Ελλάδας και των Μεγάλων Δυνάμεων.

Στις 28 Ιανουαρίου 1897, ο λαός της Επαρχίας Σητείας, ζητά την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Την επομένη, με λαϊκό ψήφισμα κηρύσσεται η Ένωση στους Τζερμιάδες Λασιθίου και στην Ιεράπετρα.

Την ίδια ημέρα, αποπλέει με προορισμό την Κρήτη μοίρα του ελληνικού πολεμικού στόλου, υπό τις διαταγές του πρίγκιπα Γεωργίου που την αποτελούσαν τορπιλοβόλα. Ο ίδιος επιβιβάζεται στο πλοίο «Σφακτηρία».

Στις 2 Φεβρουαρίου αποβιβάζεται στο Κολυμπάρι Χανίων ελληνικό εκστρατευτικό σώμα που το αποτελούσαν δύο τάγματα πεζικού, ένας λόχος μηχανικού και μία ορειβατική πυροβολαρχία, συνολικής δύναμης 1.500 περίπου ανδρών. Επικεφαλής τους ήταν ο συνταγματάρχης και υπασπιστής του βασιλιά, Τιμολέων Βάσσος.

Στις 3 Φεβρουαρίου εκδίδει την πρώτη του προκήρυξη ως «αρχηγός του ελληνικού στρατού κατοχής της Κρήτης» από την Ιερά Μονή Γωνιάς και στη συνέχεια ξεκινά για τα Χανιά, αντιμετωπίζοντας με επιτυχία όσες τουρκικές δυνάμεις συνάντησε στον δρόμο του. Η προέλασή του όμως εμποδίστηκε από αγήματα του ενωμένου στόλου των τότε Μεγάλων Δυνάμεων, (Ιταλίας, Γαλλίας, Αυστρίας, Γερμανίας, Αγγλίας και Ρωσίας) που διοικούσε ο Ιταλός υποναύαρχος Κανεβάρο. Τα αγήματα αυτά είχαν αποβιβασθεί από τα πλοία του στόλου για να αποτρέψουν σύγκρουση, να προστατεύσουν την πόλη και να διευκολύνουν διαπραγματεύσεις για το καθεστώς του νησιού.

Ο Συνταγματάρχης Τιμολέων Βάσσος συναντά τον Ιταλό Ναύαρχο Κανεβάρο, εφημερίδα La Tribuna Illustrata (28-03-1897). (Συλλογή: Ιωάννη Καστρινάκη.)

Ο Τιμολέων Βάσσος, ζητά οδηγίες από την ελληνική κυβέρνηση του Θεόδωρου Δεληγιάννη, που του συνιστούν να αποφύγει σύγκρουση με τους «ξένους». Ταυτόχρονα η κυβέρνηση της Ελλάδας απορρίπτει απαίτηση των Μεγάλων Δυνάμεων, που ζητούσαν να αποσύρει από την Κρήτη το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα.

Η δημιουργία στρατοπέδου.

Από τις 28 μέχρι και 31 Ιανουαρίου διαμορφώνεται και ενισχύεται το στρατόπεδο του Ακρωτηρίου. Οπλαρχηγοί με περίπου 650 μαχητές άφησαν τα μετερίζια τους και εγκαταστάθηκαν στο Ακρωτήρι. Παράλληλα το στρατόπεδο εφοδιάζεται με πολεμικό υλικό και άλλα χρήσιμα είδη, που έφθασαν κύρια με το πλοίο «Λαύριο» στην θέση Σταυρός και αποθηκεύτηκαν στην Ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος.

Αρχηγός των επαναστατών του στρατοπέδου ήταν ο γενναίος οπλαρχηγός Αντώνης Σήφακας, έμπορος και ποιητής, πρώτος μεταξύ ίσων, ανάμεσα στα μέλη της Επιτροπής του επαναστατικού στρατοπέδου, που την αποτελούσαν μεγάλες προσωπικότητες της εποχής οι Ελευθέριος Βενιζέλος, διδάκτορας του Δικαίου, δικηγόρος και π. βουλευτής, Νικόλαος Πιστολάκης, διδάκτορας του Δικαίου και π. εισαγγελέας, Γεώργιος Μυλωνογιαννάκης, διδάκτορας της ιατρικής και οπλαρχηγός, Χαράλαμπος Παπαδάκης, διδάκτορας του Δικαίου, Κωνσταντίνος Φούμης, διδάκτορας του Δικαίου και π. γενικός διοικητικός σύμβουλος της Διοίκησης Κρήτης. Όλοι τους μιλούσαν ξένες γλώσσες και αργότερα αποτέλεσαν και μέλη της Διοικητικής Επιτροπής Ακρωτηρίου. [1]

Οι πρώτες συγκρούσεις.

Στις 1 και 2 Φεβρουαρίου Έλληνες και Τούρκοι προσπαθούν να προωθήσουν τις δυνάμεις τους σε διάφορες επίκαιρες θέσεις, ενώ ήδη από την 1η Φεβρουαρίου, ο τότε γενικός διοικητής Κρήτης Βέροβιτς Πασάς, που αντιτάχθηκε στις εισηγήσεις των Τούρκων μπέηδων κατά των Χριστιανών, υποχρεώνεται σε παραίτηση.

Στις 4 του ίδιου μήνα ο τοποτηρητής του γενικού διοικητή Κρήτης Ισμαήλ Βέης, εκδίδει προκήρυξη για τον αποκλεισμό του νησιού από τους στόλους των Μεγάλων Δυνάμεων, τον οποίο αποκαλεί «επιχείρηση προστασίας της Κρήτης» και καλεί τους Χριστιανούς να καταθέσουν τα όπλα. Η προκήρυξη πέφτει στο κενό.

Την ίδια ημέρα, ο ύπαρχος του θωρηκτού «Ύδρα» Κωνσταντίνος Κανάρης, εγγονός του ένδοξου ναύαρχου Κανάρη, παραδίδει στους Ελευθέριο Βενιζέλο και Χρύσανθο Τσεπετάκη, μεγάλη πολεμική ελληνική Σημαία με την «κορώνα» στη μέση, για να ανυψωθεί στο στρατόπεδο του Ακρωτηρίου.

Στις 7 οι Χαλεπιανοί υπό τους Ε. Βενιζέλο, Γ. Μουντάκη, Μ. Καλορίζικο, Σ. Μουρούζη, Χ. Τσεπετάκη, Ν. Πετρίδη, Κωνσταντίνο, Ιερώνυμο και Ιωάννη Φούμη και 15 οπλίτες από το Γαβαλοχώρι υπό τους Ε. Παπαδάκη και Γ. Κοτζάμπαση, καταλαμβάνουν οριστικά την θέση του Προφήτη Ηλία και σε περίοπτη θέση υψώνουν την Σημαία.

Στις 8 γίνεται συνεννόηση για την ταυτόχρονη προσβολή των τουρκικών θέσεων, από όλες μαζί τις Κρητικές και Ελλαδικές δυνάμεις.

Έτσι, στις 9 Φεβρουαρίου, αρχίζουν ορισμένες «αψιμαχίες» στην περιοχή μεταξύ Μαλάξας και Ναυστάθμου, που γρήγορα επεκτάθηκαν και από τον Ναύσταθμο μέχρι τις Κορακιές.

Η μάχη.

Στις 15.30 της 9ης Φεβρουαρίου 1897, δίδεται το αρχικό σύνθημα για τον βομβαρδισμό του στρατοπέδου από το θωρηκτό “Σικελία”, που αποτελούσε την ναυαρχίδα του ενωμένου στόλου, υπό τον υποναύαρχο Κανεβάρο και ναυλοχούσε έξω από το λιμάνι των Χανίων.

Αμέσως τα πολεμικά πλοία των Μεγάλων Δυνάμεων, αρχίζουν σφοδρό βομβαρδισμό του στρατοπέδου του Ακρωτηρίου, όπου ήδη κυμάτιζε η ελληνική πολεμική Σημαία.

Ολόκληρη την περιοχή Ακρωτηρίου «κάλυψε βαριά πολεμική αντάρα που έκανε την γη να σείεται μέσα σε πυκνούς καπνούς, δέσμες φωτιάς, σύννεφα σκόνης και βροχή κατακερματιζόμενων στόχων που τινάζονταν στον αέρα, με την υπόκρουση σφοδρών θορύβων». [1]

Οι Τούρκοι «αλαλάζοντες» επιχείρησαν έφοδο κατά του στρατοπέδου για να το καταλάβουν. Αλλά οι ηρωικοί αγωνιστές του Ακρωτηρίου πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση και τους απώθησαν με επιτυχία.

Πεντακόσιοι περίπου Ευρωπαίοι αξιωματικοί και πεζοναύτες, παρακολουθούσαν τις σκηνές φρίκης από τις επάλξεις του φρουρίου Χανίων, όπου είχαν στηθεί μαζί με την τουρκική και οι σημαίες των Μεγάλων Δυνάμεων.

Το τουρκικό φρούριο των Χανίων με τις σημαίες των Μεγάλων Δυνάμεων. Διακρίνεται η τουρκική σημαία, στο μέσον, η ιταλική δίπλα της (αριστερά όπως βλέπουμε) και η βρετανική στο άκρο δεξιά.

Στο μεταξύ, οι αξιωματικοί του ελληνικού θωρηκτού «Ύδρα», νόμιζαν ότι ο ενωμένος στόλος θα βάλλει και εναντίον τους. Γι’ αυτό ο κυβερνήτης Βώκος έδωσε από την αρχή εντολή στο πλήρωμα του, να λάβει θέσεις και να είναι έτοιμο για τον «υπέρ πάντων αγώνα», μέχρι και την τελική πτώση-θυσία στο βωμό της πίστης και της πατρίδας.

Όπως σημειώνεται στο «Ημερολόγιο του Στρατοπέδου του Ακρωτηρίου», τα γερμανικά πυρά ήταν τα πρώτα που ξεκίνησαν τον βομβαρδισμό. Τα αγγλικά ήταν ιδιαίτερα πυκνά. Τα ρωσικά εξαιρετικά ευθύβολα. Τα αυστριακά προφανώς «επίτηδες» ρίχνονταν, μάλλον, κατά των τουρκικών θέσεων και όχι κατά των χριστιανικών. Κατά τους Γάλλους τα πολεμικά πλοία τους, δεν έλαβαν μέρος στον βομβαρδισμό, ενώ κατά Ιταλούς πολεμικούς ανταποκριτές που παρακολουθούσαν τα γεγονότα και τα ιταλικά πολεμικά δεν μετείχαν στην «επαίσχυντη αυτή ενέργεια». Όμως, περισσότερες από 100 οβίδες ρίχτηκαν συνολικά κατά του στρατοπέδου του Ακρωτηρίου και ήταν αρκετές για τον χαλασμό που ακολούθησε.

Η πτώση της Σημαίας και το έπος του Καγιαλέ.

Ξαφνικά, μία ρωσική οβίδα πλήττει το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία και άλλη, που προερχόταν από το ρωσικό πολεμικό «Μπελίκη» χτυπά και καταρρίπτει τον ιστό με την μεγάλη ελληνική πολεμική Σημαία.

Τότε ο στρατοπεδάρχης Μιχάλης Καλορίζικος, διατάζει να στηθεί και πάλι στη θέση του ο κομμένος ιστός με τη Σημαία.

Δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει τη διαταγή του και πετάγεται σαν ελατήριο από το ταμπούρι του ο αγωνιστής Σπύρος Καγιαλές. Με κίνδυνο της ζωής του, μέσα στην πύρινη κόλαση του βομβαρδισμού, έχοντας στα χείλη του -όπως ο ίδιος διηγείτο αργότερα- τους γνωστούς στίχους «για του Χριστού την Πίστη την Αγία και της Πατρίδας την Ελευθερία», αρπάζει τον ιστό, αναδιπλώνει την τεράστια Σημαία γύρω από τον ώμο του, ξαναστήνει τον ιστό και απλώνει την Σημαία που κυματίζει και πάλι περήφανη, μέσα σε πανδαιμόνιο ενθουσιασμού των επαναστατών.

Νέα οβίδα καταρρίπτει και πάλι τον ιστό. Και πάλι ο Σπύρος Καγιαλές πετάγεται και τον ξαναστήνει όπως πριν, ενώ το στρατόπεδο «σείεται από ουρανομήκεις ζητωκραυγές».

Προτού όμως κατασιγάσουν οι ζητωκραυγές, τρίτη οβίδα θρυμματίζει πια τον ιστό και ρίχνει κάτω την Σημαία.

Τότε συνέβη κάτι απίστευτο: Ο Σπύρος Καγιαλές, ορμά αμέσως, αρπάζει την Σημαία, κάνει το ίδιο του το σώμα ιστό, και ανυψώνει με τα χέρια του την Σημαία, που συνέχιζε να κυματίζει περήφανη απέναντι από τα κανόνια του ξένου στόλου.

Οι επαναστάτες και τα πληρώματα των ελληνικών πολεμικών πλοίων που παρακολουθούσαν τον βομβαρδισμό έγιναν μάρτυρες της ηρωική πράξης του Σπύρου Καγιαλέ, που εξέφραζε με μοναδικό τρόπο την αμετάκλητη απόφαση των επαναστατημένων Κρητικών για Ελευθερία ή Θάνατο.

Μόλις οι ναύαρχοι του ενωμένου στόλου είδαν με τα κιάλια, ότι η Σημαία και πάλι κυματίζει με κοντάρι έναν επαναστάτη, έναν από τους αγωνιστές που ορθώθηκε κόντρα στα κανόνια τους, δεν πίστευαν στα μάτια τους! Θαύμασαν τόσο, που διέταξαν αμέσως παύση πυρός.

Ήταν τότε που ο Ελευθέριος Βενιζέλος, κλαίγοντας αγκάλιασε τον ηγούμενο Ιερόθεο και του είπε: «Ιερόθεε, να για ποιον λαό αγωνιζόμαστε! Η νίκη και η Ένωση μετά από αυτά είναι βεβαία». (Μαρτυρία του ίδιου του Ιερόθεου στην εφημερίδα “Αθηναϊκή” 13 Νοεμβρίου 1961)

Το στρατόπεδο δονείται από τις ζητωκραυγές και τους πανηγυρισμούς. Στο θωρηκτό “‘Υδρα” ψέλνεται ο εθνικός ύμνος. Ζητωκραυγές και χειροκροτήματα ακούγονται πλέον όχι μόνο από τα ελληνικά, αλλά και από τα ιταλικά και γαλλικά πλοία!!!

Θραύσματα οβίδων από τον βομβαρδισμό της Σημαίας στο Ακρωτήρι, 1897.

Ο απόηχος της ηρωικής πράξης του Σπύρου Καγιαλέ

Ο Ιταλός υποναύαρχος τότε, Κανεβάρο, γράφει στα απομνημονεύματά του: Μου έκανε βαθιά εντύπωση η ψυχραιμία των επαναστατών. Μου έφερε δάκρυα στα μάτια η στάση των. Μου συγκλονιζόταν η ψυχή όταν μετά από κάθε οβίδα ακουγόταν η ζητωκραυγή: Ζήτω η Ελλάς! Η ανύψωση της Σημαίας με αυτόν τον τόσο ηρωικό τρόπο, αποτέλεσε μια στιγμή της ζωής μου που δεν θα λησμονήσω ποτέ. Η ψυχή μου ήταν απ’ αρχής μαζί τους, όπως και των πληρωμάτων μου, που βομβάρδιζαν με πόνο στην καρδιά και ζητωκραυγάζοντας τους γενναίους. (Εφημερίδα “Ηνωμένος Τύπος” Χανίων, 9 Φεβρουαρίου 1937).

Όπως διηγήθηκε αργότερα ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο ναύαρχος Κανεβάρο του είχε πει τότε, πως έμεινε άναυδος από θαυμασμό για την ωραία αυτή και κατ’ εξοχήν ηρωική πράξη του Σπύρου Καγιαλέ, που εκείνη ακριβώς την ημέρα νίκησε -στην κυριολεξία- την ευρωπαϊκή διπλωματία. Γιατί όχι μόνο προκάλεσε την άμεση παύση του βομβαρδισμού του Ακρωτηρίου, αλλά και την υποβολή, από τους ναυάρχους, ευνοϊκών εισηγήσεων προς τις κυβερνήσεις τους. (Εφημερίδες: «Έθνος» 24 Ιουλίου 1929 & «Ηνωμένος Τύπος» Χανίων, 9 Φεβρουαρίου 1937).

Η είδηση για την ηρωική πράξη ταξίδευσε γρήγορα στα πέρατα του κόσμου και προκάλεσε “θύελλα”. Σ’ αυτό συνέβαλαν πολλοί ξένοι έγκριτοι δημοσιογράφοι και πολεμικοί ανταποκριτές, όπως ο Binder της εφημερίδας της Βιέννης «Fremdemblatt», o Dillons, αρχισυντάκτης της «Daily Telegraph”» του Λονδίνου, Decio Graziotti της «Popolo Romano» της Ρώμης, ο ανταποκριτής Καλαποθάκης των «Times» του Λονδίνου, κ.ά. Αυτά τα δημοσιεύματα ήταν αιτία να οργανωθούν πολλά συλλαλητήρια στην Αθήνα και σε διάφορες χώρες, κατά τα οποία οι ελεύθεροι λαοί απαίτησαν να βοηθηθεί η Κρήτη και να ζήσει επιτέλους ελεύθερος ο λαός της.

Διαδήλωση στα Παλαιά Ανάκτορα την επομένη του βομβαρδισμού, με αφορμή τα γεγονότα του Ακρωτηρίου και ομιλητή τον Βασιλέα Γεώργιο Α’.

Ο ευρωπαϊκός Τύπος «βάφτισε» τότε τον βομβαρδισμό του Ακρωτηρίου ως «Αντιναυαρίνο», εκφράζοντας έτσι την αποδοκιμασία του γι’ αυτόν και εξαίροντας τον ηρωισμό και την αυτοθυσία των Κρητικών.

Η ηρωική πράξη του «Θρύλου του Ακρωτηρίου» προκάλεσε μετά από λίγους μήνες την παραχώρηση αυτονομίας στην Κρήτη (16/28 Οκτωβρίου 1897), που προηγήθηκε της Ένωσης της με την Ελλάδα (1/14 Νοεμβρίου 1913).

Η εξέλιξη αυτή «προαναγγέλθηκε» δύο μέρες μετά την ηρωική πράξη του Σπύρου Καγιαλέ, με την Προκήρυξη των Ναυάρχων του ενωμένου στόλου Ιταλίας, Γαλλίας, Αυστρίας, Γερμανίας, Αγγλίας και Ρωσίας (11/23 Φεβρουαρίου 1897). Σ’ αυτήν υπογραμμιζόταν, ότι “κανένα άλλο σκοπό πια δεν είχε η παρουσία τους, παρά μόνο την εξασφάλιση της ησυχίας και της ειρήνης και την προστασία των κατοίκων της Κρήτης μέχρι να δοθεί ικανοποιητική λύση στο Κρητικό Ζήτημα, μετά από συνεννόηση των δυνάμεων, τις οποίες αντιπροσωπεύουν”.

Ο θρύλος Σπύρος Καγιαλές.

Ο Σπύρος Καγιαλές πέθανε στη Χαλέπα Χανίων την 4η Σεπτεμβρίου 1928. Μετά το θάνατό του τιμήθηκε από το Δήμο Χανίων, που την 30η Αυγούστου 1960 έδωσε το όνομά του σε γραφική πλατεία κοντά στο σπίτι του. Επίσης τιμήθηκε από την Κοινότητα των Στερνών Ακρωτηρίου, με άγαλμα της θρυλικής πράξης του.

Ο εορτασμός στην μνήμη του τελείται από το δήμο Ακρωτηρίου κάθε χρόνο, στην επέτειο του βομβαρδισμού της 9ης Φεβρουαρίου 1897. Η τελετή πραγματοποιείται στον ανδριάντα του, που ευρίσκεται πλησίον των τάφων των Βενιζέλων.

Η κατασκευή του ανδριάντα χρηματοδοτήθηκε από Κρήτες των ΗΠΑ, φιλοτεχνήθηκε από τον γλύπτη Γιάννη Μαρκαντωνάκη και τοποθετήθηκε στο σημείο που έπεσε η Σημαία, από τις οβίδες των Μεγάλων Δυνάμεων. Τα εγκαίνια του ανδριάντα έγιναν το 1997, κατά την επέτειο των 100 ετών από την ηρωική πράξη του Σπύρου Καγιαλέ και την μεγάλη Επανάσταση του 1897.

Ο ανδριάντας του Σπύρου Καγιαλέ στον Προφήτη Ηλία Ακρωτηρίου Χανίων, στους τάφους των Βενιζέλων, μνημείο Ευθύνης για τις επόμενες γενεές.
(Φωτ: Ι. Καστρινάκης.)

***

[1] Ημερολόγιο Ακρωτηρίου» Γ.Σήφακα, έκδοση 1953.

***

Πηγές: https://maleviziotis.gr, https://www.zarpanews.gr/,

https://spyroskayales.wixsite.com/1897 ιστότοπος αφιερωμένος στον Ήρωα Σπύρο Καγιαλέ και την δράση του κατά την Κρητική Επανάσταση. Περιλαμβάνει πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό καθώς και το βιβλίο “Σπύρος Καγιαλές-Καγιελαδάκης: Ο θρύλος του Ακρωτηρίου” , σε μορφή pdf, διαθέσιμο για μεταφόρτωση.

Ίσως σας ενδιαφέρουν…

Αφήστε μια απάντηση