Η συμμετοχή των Ρωσικών Ειδικών Ταξιαρχιών Πεζικού στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου.
Γράφει ο Κόντης Ιωάννης, Υποστράτηγος ε.α. (*)
Από το 1914 έως το 1918 η ανθρωπότης έζησε την καταστροφή και τον όλεθρο. Ήταν η περίοδος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ένα από τα τραγικότερα γεγονότα της Παγκόσμιας Ιστορίας. Επηρέασε και άλλαξε ουσιαστικα την μέχρι τούδε πορεία και τις περαιτέρω τύχες του ανθρώπινου πολιτισμού.
Τις τελευταίες δεκαετίες του 17ου αι. και την πρώτη του 19ου, οι μεγάλες αυτοκρατορίες και χώρες, όπως η Βρετανία, η Αυστρο-Ουγγαρία, η Γαλλία, οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία, η Γερμανία, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, η Ρωσία (κυρίως οι πρώτες έξι), με κατάλληλες ενέργειές τους, διαχώρισαν τον κόσμο σε «σφαίρες επιρροής» και επέτυχαν την δημιουργία μεγάλου αριθμού αποικιών. Συγχρόνως, οι χώρες αυτές, επεδόθησαν σε έναν πολιτικό και διπλωματικό αγώνα δρόμου για δημιουργία αφ’ ενός συμμαχιών, αφ’ ετέρου διευρύνσεως του οπλοστασίου τους στην ξηρά και την θάλασσα. Η διαρκώς αυξανόμενη επεκτατική τους πολιτική και στρατιωτική δράσις, ήταν επόμενο, ότι με μαθηματική ακρίβεια θα τις έφερνε λίαν συντόμως σε απ’ ευθείας σύγκρουση.
Η παγκόσμια τάξις και ισορροπία διακυβεύετο ανά πάσα στιγμή. Η διεθνής κατάστασις ήτο σαν ένα δοχείο βενζίνης χυμένο. Έλλειπε μόνον το σπίρτο, δηλαδή η αφορμή, για να ξεπηδήσει η φλόγα του πολέμου. Η αφορμή δεν άργησε να παρουσιασθεί. Στις 28 Ιουνίου 1914, δολοφονήθηκε στο Σαράγεβο της Βοσνίας ο αρχιδούξ διάδοχος της Αυστρίας, Φερδινάνδος, και η σύζυγός του Σοφία φον Τσότεκ, από τον νεαρό Σερβο-βόσνιο σπουδαστή Γαβριήλ Πρίντσιπ. Αυτό το γεγονός έμελλε ν’ αποτελέσει ένα άμεσο «ντόμινο» κηρύξεων πολέμου.
Στις 28 Ιουλίου 1914 η Αυστρο-Ουγγαρία κηρύσσει τον πόλεμο στην Σερβία. Στις 30 Ιουλίου, η Ρωσία θέτει τις δυνάμεις της σε γενική επιστράτευση προς υποστήριξη της Σερβίας. Η Γερμανία, σύμμαχος της Αυστρο-Ουγγαρίας, καλεί με τελεσίγραφό της την Ρωσία να σταματήσει την επιστράτευση εντός 12 ωρών και την 1η Αυγούστου της κηρύσσει τον πόλεμο, και την 3η Αυγούστου κηρύσσει τον πόλεμο εναντίον της Γαλλίας.
Θέλοντας η Γερμανία να εισβάλει στην Γαλλία, παραβιάζει την ουδετερότητα του Βελγίου. Το γεγονός αυτό εμπλέκει στον πόλεμο την Αγγλία, η οποία ως σύμμαχος του Βελγίου, την 4η Αυγούστου κηρύσσει τον πόλεμο κατά της Γερμανίας. Εν συνεχεία, την 5η Αυγούστου η Αυστρο-Ουγγαρία κηρύσσει τον πόλεμο κατά της Ρωσίας, την 6η η Σερβία κατά της Γερμανίας, την 7η το Μαυροβούνιο κατα της Αυστρο-Ουγγαρίας και την 12η κατά της Γερμανίας, την 10η Αυγούστου η Γαλλία και η Αγγλία κατά της Αυστρο-Ουγγαρίας, την 28η η Ιαπωνία κατά της Γερμανίας, την 25η η Αυστρο-Ουγγαρία κατά της Ιαπωνίας και την 28η κατά του Βελγίου…
Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν πλέον γεγονός! Τα Μέτωπα που εξ αρχής δημιουργήθηκαν μεταξύ των αντιπάλων ήσαν: Το Δυτικό, το Ανατολικό, το Βαλκανικό ή Μακεδονικό, το Ιταλικό και αργότερα με την περαιτέρω γενίκευσή του, το Μέτωπο της Μέσης Ανατολής, ο Πόλεμος στις Θάλασσες και ο Πόλεμος των Αποικιών.
Επακολούθησε η ανεπιτυχής Απόβαση στην Καλλίπολη. Τα θύματα του πολέμου μέχρι το τέλος του 1915 σε μερικές εκατοντάδες χιλιάδες και από τις δύο πλευρές. Τίποτε δεν έδειχνε σημεία μελλοντικης συνδιαλλαγής. Όλα έτειναν προς το χειρότερο και η πολιτισμένη, κατά τα λοιπά, ανθρωπότητα θυσίαζε τον ανθό την νεότητός της στον βωμό ενός ανίερου συμφέροντος και ενος παράλογου εθνικισμού.
Η Ελλάς επισήμως τηρούσε επιτηδευμένη ουδετερότητα. Ο πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος ζητούσε επίμονα την έξοδο της Ελλάδος στον Πόλεμο στο πλευρό της Αντάτ («Εγκάρδιας Συννενοήσεως»). Μάλιστα εζήτησε επιμόνως την συμμετοχή της Ελλάδος στην απόβαση της Καλλιπόλεως. Επέρχεται η ρήξις με τον βασιλέα και ανδρώνεται ο διχασμός του λαού με την δημιουργία «φιλοβασιλικών» και «φιλοβενιζελικών» παρατάξεων, που ήταν η απαρχή της δημιουργίας του Κινήματος της Εθνικής Αμύνης, το θέρος του 1916 (16 Αυγούστου). Οι πρωτεργάτες του Κινήματος εγκαθίστανται στην Θεσσαλονίκη και η Ελλάς διχάζεται στα δύο. Το Κράτος της Θεσσαλονίκης, υπό τον Ελ. Βενιζέλο, εισέρχεται στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάτ. Το Κράτος των Αθηνών δέχεται σειρά άκρως ταπεινωτικών ενεργειών, βιαιοπραγιών και εκτρόπων εκ μέρους των (υποτιθεμένων) «συμμάχων», που αναγκάζουν τον βασιλέα να αυτοεξορισθεί στην Ελβετία και να παραδώσει τον θρόνο στον δευτερότοκο υιό του, Αλέξανδρο. Ο Ελ. Βενιζέλος επιστρέφει εν Αθήναις, σχηματίζει κυβέρνηση την 13 η Ιουνίου 1917 και στις 15 επισημοποιεί την είσοδο του ενιαίου πλέον ελληνικού κράτους στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάτ, κηρύσσοντας τον πόλεμο κατά των Κεντρικών Δυνάμεων.
Τα Βαλκανικά ζητήματα.
Οι αρχηγοί των Γενικών Επιτελείων της Γερμανίας και Αυστρίας, Φάλκενχάυν και Κόνραδ απεφάσισαν (τον Αύγουστο του 1914) να δράσουν στα Βαλκάνια με σκοπό να εξουδετερώσουν το «σερβικό εμπόδιο» και μάλιστα από τον μέσον Δούναβη. Έτσι η Τουρκία μπορούσε να γίνει αποτελεσματικός συνεταίρος, όταν άνδρες και πυρομαχικά μπορούσαν να κινηθούν αποτελεσματικά κατά μήκος του μεγάλου ευρωπαϊκού σιδηροδρόμου, διά μέσου Βελιγραδίου και Νύσσης προς Κωνσταντινούπολη. Κατά συνέπειαν, την 6η Σεπτεμβρίου υπέγραψαν μυστική συμφωνία με την Βουλγαρία, για την ολοσχερή εξόντωση της Σερβίας. Από την πλευρά της Αντάντ δεν υπήρχε ουδεμία αίσθηση του επείγοντος περί της αποστολή δυνάμεων στην Θεσσαλονίκη και από εκεί προς βορράν για παροχή αμέσου βοήθειας στην δοκιμαζόμενη Σερβία. Τα σχέδια των Γάλλων ήταν διαφορετικά.
Την 22α Σεπτεμβρίου ο βασιλεύς Φερδινάνδος της Βουλγαρίας υπέγραψε το διάταγμα γενικής επιστρατεύσεως του βουλγαρικού στρατού. Οι Σέρβοι άμεσα απηύθηναν έκκληση για βοήθεια 150.000 Γάλλων και Βρετανών στρατιωτών. Οι Γάλλοι απεδέχθησαν την αίτηση, αν και το Γενικό Επιτελείο δεν εγνώριζε ακόμη τίποτε, ενώ η Βρετανία προσεπάθησε να υπεκφύγει. Αμφότεροι συνέχιζαν να συμπεριφέρονται ως να είχαν πολύ χρόνο στην διάθεσή των για ν’ αντιδράσουν. Οι δύο πρώτες βρετανικές μεραρχίες, προερχόμενες από Δαρδανέλλια έκαναν πολλές εβδομάδες να φθάσουν στην Θεσσαλονίκη και όταν η επίθεσις των κεντρικών δυνάμεων εξεδηλώθη την 6η Οκτωβρίου, οι συμμαχικές εφεδρείες ήταν απελπιστικά μακράν. Χαρακτηριστικώς αναφέρεται ότι, οι βρετανικές και γαλλικές μεραρχίες άρχισαν ν’ αποβιβάζονται στην Θεσσαλονίκη 15 ώρες πριν τον βομβαρδισμό του Βελιγραδίου. Μεταξύ Βελιγραδίου και Θεσσαλονίκης παρεμβάλλοντο πάνω από 600 χιλιόμετρα βουνών, πεδιάδων και λόφων!
Έτερο μέγα πολιτικό θέμα υπήρξε η στάσις των Αθηνών, ως προς τον πόλεμο και η μεγάλη σύγχυσις που αντανακλάτο στην διεθνή σκηνή. Ο πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος διαφώνησας μετά του βασιλέως Κωνσταντίνου, υπέβαλε την παραίτηση του, η οποία δεν έγινε αποδεκτή. Όμως, ο βασιλεύς εκάλεσε υπό τα όπλα 180.000 άνδρες « ως μέτρον προνοίας». Επακολούθησαν και έτερες πολιτικές σκηνές, που έφθαναν τα όρια της ιλαροτραγωδίας, με αποκορύφωμα την παραίτηση του Βενιζέλου την 5η Οκτωβρίου, μετά από μία θυελλώδη συνάντηση με τον βασιλέα.
Τελικώς οι γαλλικές και αγγλικές μεραρχίες ενεπλάκησαν στις επιχειρήσεις με πολύ μεγάλη καθυστέρηση. Η βοήθεια η οποία παρείχαν στην Σερβία ήταν μηδενική. Ο σερβικός στρατός περικυκλωθείς, αποφάσισε μέσω του εναπομείναντος ορεινού δρομολογίου να διαφύγει με σοβαράς απωλείας στο Μαυροβούνιο και από εκεί στην Κέρκυρα. Οι δυνάμεις των κεντρικών αυτοκρατοριών κινήθηκαν απειλητικά νότια. Όλα έδειχναν ότι το παιχνίδι σχεδόν είχε χαθεί στο Μακεδονικό Μέτωπο.
Η στάσις της Ρωσίας.
Η Ρωσία, πιστή στο συμμαχικό της καθήκον, συνετάχθη άμεσα με τις δυνάμεις της Αντάντ. Στο Ανατολικό Μέτωπο επολέμησε γενναία τις γερμανικές δυνάμεις και είχε στην αρχή μεγάλες επιτυχίες, έστω και με τεράστιες απώλειες. Παρακολουθούσε, όμως, με μεγάλο ενδιαφέρον την εξέλιξη των γεγονότων στην Βαλκανική χερσόνησο, ενώ προσπαθούσε να μεγιστοποιήσει την πολιτική της επιρροή στις χώρες της περιοχής. Η παρουσία των στρατευμάτων της στο Μακεδονικό Μέτωπο, ήταν αφ’ ενός προϊόν διαρκών, έντονών και αποφασιστικών διαπραγματεύσεων με την Γαλλία, και αφ’ ετέρου το έμπρακτο ενδιαφέρον της Ρωσίας για το Μέτωπο αυτό.
Είναι βέβαιον ιστορικά, ότι το μεγάλο ενδιαφέρον της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας για την ενίσχυση των στρατευμάτων τους στην Βαλκανική με ρωσικές εκστρατευτικές δυνάμεις, προήρχετο, από την διαμορφωθείσα γνώμη τους, ότι η Ρωσία διέθετε ανεξάντλητη πηγή ανθρωπίνων εφεδρειών. Οι Γάλλοι, εξ άλλου, χρειαζόταν νωπές εφεδρείες στις εμπλεγμένες δυνάμεις τους στο Δυτικό Μέτωπο, προκειμένου να αποσύρουν τους εξειδικευμένους εργάτες των εργοστασίων όπλων, οι οποίοι είχαν σταλεί στο Μέτωπο, για την συνέχιση της παραγωγής όπλων.
Η Ρωσία με το ανεξάντλητο ανθρώπινο δυναμικό της, θα μπορούσε να δώσει την λύση αυτή. Όμως δεν συνέβαινε το ίδιο με τον στρατιωτικό εξοπλισμό. Η Ρωσία απεδείχθη, ότι είχε οξεία ανεπάρκεια σε στρατιωτικό εξοπλισμό. «Ο Π. Ντουμέρ (μέλος της επιτροπής της γερουσίας για στρατιωτικά θέματα) πηγαίνει στην Ρωσία για να θέσει το θέμα της αποστολής των στρατιωτών με αντάλλαγμα τα όπλα μας», έγραφε στα απομνημονεύματά του ο πρόεδρος της Γαλλίας Π. Πουανκαρέ.
Επάνω σ’ αυτό το επιχείρημα, επάτησαν η γαλλική και η βρετανική κυβέρνησις, προκειμένου να πείσουν την ρωσική κυβέρνηση να συναινέσει στην αποστολή αόπλων στρατιωτικών δυνάμεων, οι οποίες θα εξοπλίζονταν και θα εκπαιδεύονταν στην Γαλλία. Έτσι, μετά από αλλεπάλληλες πολιτικές και διπλωματικές διαβουλεύσεις, στρατιωτικά σχέδια τα οποία άλλαζαν από την μια στιγμή στην άλλη, εστάλησαν τελικώς στην Γαλλία τέσσερις ρωσικές ταξιαρχίες!
Οργάνωσις και αποστολή των Ταξιαρχιών.
Ο σχηματισμός της 1ης Ειδικής Ρωσικής Ταξιαρχίας Πεζικού άρχισε τον Ιανουάριο του 1916. Η Ταξιαρχία έπρεπε ν’ αποτελείται από δύο Συντάγματα Πεζικού των τριών Ταγμάτων έκαστο και ένα Σύνταγμα Ενισχύσεως. Όλες οι βοηθητικές υπηρεσίες των μετόπισθεν, καθώς και οι Πυροβολαρχίες Πυροβολικού, έπρεπε να σχηματισθούν στην Γαλλία με την βοήθεια των Γάλλων. Συνολικός αριθμός ανδρών της ταξιαρχίας: 8.500 άνδρες περίπου. Η γαλλική πλευρά ανέλαβε την μεταφορά της, μέσω θαλάσσης, καθώς και τον εξοπλισμό της, με όπλα και πυρομαχικά. Ο στρατωνισμός και εκπαίδευσις θα γίνονταν σε ειδικό στρατόπεδο στην Μασσαλία. Όλο το προσωπικό επελέγη προσεκτικά ως προς την εξωτερική του εμφάνιση, την υγεία και την ηλικία. Διοικητής τοποθετήθηκε ο υποστράτηγος Νικόλαος Λοχβίτσκι, ένας έμπειρος μάχιμος αξιωματικός με πείρα στον ρωσο-ιαπωνικό πόλεμο, ιδανικός για την διοίκησή της. ‘Ηταν αδελφός της διάσημης ποιήτριας Μίρρας Λοχβίτσκαγια και της συγγραφέως Ναντιέζντα Λοχβίτσκαγια. Γνώριζε απταίστως την γαλλική γλώσσα.
Η Ταξιαρχία είχε αρχικώς σχεδιασθεί να πολεμήσει στο Δυτικό Μέτωπο μαζί με τους Γάλλους προκειμένου αφ’ ενός να επιβεβαιώσει την στρατιωτική αλληλεγγύη μεταξύ τον ρωσικού και γαλλικού στρατού, αφ’ ετέρου να ανεβάσει το κύρος της Ρωσίας στην Γαλλία. ‘Επρεπε, λοιπόν, να εντυπωσιάσει ευχάριστα τους Γάλλους. Μάλιστα, επειδή η αποστολή της αποτελούσε πιλοτικό στόχο για αμφότερες τις χώρες, οι Γάλλοι εφρόντισαν ιδιαιτέρως τις συνθήκες υγιεινής, εξοπλισμού και ασφαλείας. Όταν οι Ρώσοι επληροφορήθηκαν την απόφαση των Γάλλων περί αποστολής της Ταξιαρχίας στο «δευτερεύον» Μέτωπο της Μακεδονίας, διαμαρτυρήθηκαν για την αλλαγή αυτή. Ο Ρώσος αρχηγός του επιτελείου στρατηγός Μ. Β. Αλεξιέγιεβ ήταν έτοιμος να δεχθεί την δημιουργία μια δεύτερης παρόμοιας Ταξιαρχίας και την αποστολή της στην Θεσσαλονίκη. Ο τσάρος δέχθηκε αυτήν την πρόταση. ‘Ετσι η 1η Ταξιαρχία έμελε να παραμείνει στην Γαλλία.
Λόγω των παγωμένων θαλασσών στο Αρχάγγελσκ, αποφασίσθηκε ν’ αποσταλεί στην Γαλλία, μέσω της Άπω Ανατολής και τον Ινδικού Ωκεανού. Η Ταξιαρχία αναχώρησε από την Μόσχα αρχές Φεβρουαρίου 1916 με ανατολική κατεύθυνση μέχρι το λιμάνι Νταϊρέν της Κίνας, και από εκεί με πέντε πλοία, την 29η Φεβρουαρίου αναχώρησε προς Μασσαλία, όπου έφθασε στις 20 Απριλίου, ακολουθώντας την θαλάσσια οδό Σαϊγκόν-Σιγκαπούρη-Κολόμπο-Τζιμπουτί-Σουέζ-Πορτ-Σάιντ-Μασσαλία! ‘Ετσι, συνολικά, από της στιγμής της αποφάσεως περί αποστολής της μέχρι της αφίξεώς της στο Μέτωπο, επέρασαν σχεδόν 6 μήνες!
Στις αρχές Απριλίου, άρχισε η συγκρότησις της 2ας Ειδικής Ταξιαρχίας Πεζικού, με προσωπικό και μέσα ανάλογα της 1ης, η οποία προωρίζετο ν’ αποσταλεί απ’ ευθείας στην Θεσσαλονίκη, αφού βέβαια περνούσε μέσω Γαλλίας. Διοικητής της επελέγη ο λαμπρός στρατηγός Μιχαήλ Ντίτεριχς. Επειδή δεν υπήρχε ο αναγκαίος χρόνος ούτε τα μέσα προς εκπαίδευση των ανδρών, το προσωπικό της επελέγη από έμπειρους και ετοιμοπόλεμους άνδρες. Η αποστολή της θα γινόταν ομοίως ακτοπλοϊκώς, αλλά αυτήν την φορά από το Αρχάγγελσκ, μόλις άνοιγαν από τους πάγους οι ναυτικοί δρόμοι. Αργότερα αποφασίσθηκε ν’ αποβιβασθεί στον λιμένα της Βρέστης, όπου εξοπλίσθηκε σε μερικές εβδομάδες, από εκεί στον λιμένα της Μασσαλίας και από εκεί στην Θεσσαλονίκη. Η Γαλλία, ομοίως, ανέλαβε την υποχρέωση τον εξοπλισμού της, καθώς και των υποζυγίων για τις εφοδιοπομπές, μια και οι μεταφορές μπορούσαν να γίνουν μόνον με υποζύγια. Το πρώτο τμήμα της Ταξιαρχίας αναχώρησε με τρία ατμόπλοια από το Αρχάγγελσκ και στις 16 Ιουλίου αποβιβαζόταν στην Βρέστη. Ακολούθησε η μεταφορά όλων των τμημάτων στην Μασσαλία και από εκεί ατμοπλοϊκώς (πρώτο κλιμάκιο την 23η Ιουλίου) για το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, όπου έφθασε στις 30 Ιουλίου. Τα τελευταία κλιμάκια ολοκλήρωσαν την μεταφορά τους αρχές Σεπτεμβρίου.
Είναι άξιον αναφοράς και ένα πολύ δυσάρεστο γεγονός που συνέβη κατά την διάρκεια της παραμονής της Ταξιαρχίας στην Μασσαλία: Μεταξύ των στρατιωτών που έφθασαν από την Ρωσία επί τον ατμοπλοίου «Γιεκατερινισλάβ» σημειώθηκαν ταραχές, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ο διοικητής τον 3ου Τάγματος τον 4ου Συντάγματος, αντισυνταγματάρχης Κράουζε. Η υπόθεσις κατέληξε σε ανοικτή ανταρσία. Διετάχθησαν άμεσα έρευνες, για να αποκατασταθεί η τάξις. Μέχρι σήμερα είναι δύσκολο να ειπωθεί με βεβαιότητα τι ακριβώς προκάλεσε την όλη αναταραχή. Κύρια υποψία είναι το γερμανικής προελεύσεως επίθετο τον αντισυνταγματάρχη Κράουζε, καθώς και κάποιες κινήσεις του, που υποδήλωναν προδοσία. Ενημερώθηκε ο τσάρος ο οποίος ώρισε κατάλληλο αξιωματικό υπεύθυνο τον Στρατοδικείου για να εξετάσει και καταδικάσει τους ενόχους. Ελήφθησαν αυστηρότατα μέτρα. Ο πιο ανυπότακτος 3ος Λόχος Πολυβόλων περιορίσθηκε στο γαλλικό φρούριο τον Αγίου Νικολάου. Ως υπεύθυνοι κατηγορήθηκαν 26 στρατιώτες, εκ των οποίων οι 8 εκτελέσθηκαν. Οι υπόλοιποι αθωώθηκαν, αλλά εστάλησαν πίσω στην Ρωσία, μαζί με άλλους 50 κατώτερους βαθμοφόρους και άλλους αξιωματικούς.
Ο σχηματισμός της 3ης Ειδικής Ταξιαρχίας άρχισε τον Ιούνιο τον 1916 με άνδρες, τόσο από τον ενεργό στρατό, όσο και την εφεδρεία (6 λόχοι ενεργού στρατού και 18 λόχοι εφεδρικού). Διοικητής της Ταξιαρχίας ορίσθηκε ο υποστράτηγος Μαρουσέβσκι. Η μεταφορά της άρχισε ατμοπλοϊκώς από το Αρχάγγελσκ στις 19 Αυγούστου και ολοκληρώθηκε αρχές Σεπτεμβρίου.
Από τον Ιούνιο τον 1916 στην Μόσχα, άρχισε και ο σχηματισμός της 4ης Ειδικής Ταξιαρχίας επάνω στο οργανωτικό πλαίσιο της 3ης. Διοικητής της ορίσθηκε ο υποστράτηγος Μ. Λεόντιεβ, Στρατηγός με μεγάλη εμπειρία γύρω από την διπλωματία και κατασκοπία. Πριν τον πόλεμο εκτελούσε τα καθήκοντα τον στρατιωτικού ακολούθου σε Βουλγαρία, Ρουμανία και Τουρκία και εγνώριζε πολύ καλά την περιοχή των Βαλκανίων.
Η μεταφορά της 4ης Ταξιαρχίας διεξήχθη το δεύτερο μισό τον Σεπτεμβρίου. Για την μεταφορά της επιλέχθηκε το στρατιωτικό λιμάνι της Τουλόν, γιατί παρείχε μεγαλύτερη ασφάλεια και μυστικότητα. ‘Ετσι, στις αρχές Οκτωβρίου άρχισε η επιβίβασις των τμημάτων της 4ης Ταξιαρχίας στα γαλλικά βοηθητικά καταδρομικά και μέχρι τις 14 Οκτωβρίου όλα είχαν εγκαταλείψει την Γαλλία. Αρχικώς υπολογιζόταν να χρησιμοποιηθεί στην Γαλλία μαζί με τις 1η και 3η Ταξιαρχίες, όμως ο διοικητής των εκστρατευτικών δυνάμεων στην Θεσσαλονίκη, Γάλλος στρατηγός, Μωρίς Σαράιγ, ζητούσε επιμόνως από την γαλλική κυβέρνηση να σταλούν τα ρωσικά στρατεύματα υπό την διοίκησή του.
Ο Γάλλος αρχιστράτηγος, Ζοφρ, προτιμούσε να έχει στην Γαλλία τρεις ρωσικές Ταξιαρχίες, για να τις μετασχηματίσει σε Μεραρχίες σύμφωνα με την οργανωτική δομή τον γαλλικού στρατού, στον οποίο κάθε Μεραρχία αποτελείτο από τρία Συντάγματα. Σημειώνεται, ότι στον γαλλικό στρατό η μεμονωμένη Ταξιαρχία Πεζικού δεν μπορούσε να λειτουργήσει ως ανεξάρτητος σχηματισμός, διότι δεν διέθετε Μονάδες Πυροβολικού, Μηχανικού και Εφεδρείες για υποστήριξη, κάτι που διέθετε η Μεραρχία Πεζικού. Ο Ζοφρ σκεπτόταν, πως μετά από προσθήκες αναλόγων εφεδρειών από την Ρωσία θα μπορούσε να οργανώσει δύο Ρωσικές Μεραρχίες, που ενδεχομένως να μετατρέπονταν αργότερα σε Σώμα στρατού.
Η Ρωσία εξ άλλου, εσκόπευε να εκπληρώσει την υπογραφείσα συμφωνία τον Μαΐου 1916 με την Γαλλία, περί αποστολής πέντε ακόμη Ταξιαρχιών των 10.000 ανδρών εκάστη. Άρχισε, λοιπόν, το καλοκαίρι τον 1916 την συγκρότηση της 5ης, 6ης και 7ης Ειδικών Ταξιαρχιών. Διορίσθηκαν οι διοικητές αυτών, καθώς και των Συνταγμάτων και τα στρατεύματα άρχισαν να συγκεντρώνονται στις πόλεις Μόσχα, Τούλα, Πένζα και Καζάν. Όμως, τον Σεπτέμβριο η αποστολή τους ακυρώθηκε, με τους Γάλλους να μην μπορούν ν’ αντιδράσουν, λόγω της εισόδου της Ρουμανίας στον πόλεμο και την ανάγκη της Ρωσίας να επέμβει προς βοήθειαν αυτής.
‘Ετσι, η γαλλική κυβέρνησις απεφάσισε την άμεση χρησιμοποίηση της 4ης Ταξιαρχίας στο Μέτωπο της Θεσσαλονίκης, προκειμένου ν’ αυξήσει την πίεση στον εχθρό, για να μειωθεί η πίεσις που ασκείτο στο νέο μέτωπο εναντίον της Ρουμανίας. Θαύμα τελικά δεν έγινε, και οι ρουμανικές μεραρχίες ηττήθηκαν κατά κράτος…
Σε γενικές γραμμές, η συγκρότησις και μεταφορά των τεσσάρων ειδικών ρωσικών ταξιαρχιών Πεζικού εξελίχθη με επιτυχία, παρά τα δημιουργηθέντα μικρά ή μεγαλύτερα προβλήματα.
Η μεταφορά από Αρχάγγελσκ με ρωσικά πλοία, γινόταν χωρίς ανθυποβρυχιακή προστασία. Το επιτυχές τέλος της μεταφοράς των δυνάμεων ήταν περισσότερο θέμα τύχης παρά αποτέλεσμα λήψης προληπτικών μέτρων.
Γενική κατάστασις στο Μακεδονικό Μέτωπο.
Η κατάστασις στο Μακεδονικό Μέτωπο, στις αρχές Σεπτεμβρίου 1916 είχε ως εξής:
Η «Στρατιά της Ανατολής», όπως ελέγετο, είχε εμπλακεί σε άγριες μάχες αποκρούοντας τις επιθέσεις των Βουλγάρων και ετοιμάζετο να περάσει στην αντεπίθεση, προκειμένου να τραβήξει επάνω της ένα μεγάλο μέρος των δυνάμεων του αντιπάλου, για να χαλαρώσει το Μέτωπο με την Ρουμανία, η οποία είχε βγει στον πόλεμο τον Αύγουστο του 1916. Η «Στρατιά της Ανατολής» αποτελείτο από 16 μεραρχίες (5 βρετανικές, 4 γαλλικές, 6 σερβικές – ανασυγκροτηθείσες στην Κέρκυρα – και μια ιταλική). Την διοίκηση ασκούσε ο στρατηγός Μωρίς Σαράιγ.
Κάθε μία από τις παραπάνω αναφερθείσες «εθνικές ομάδες», προσπαθούσε να διαφυλάξει την ανεξαρτησία της και αντιλαμβάνεσθε την δυσκολία του στρατηγού Σαράιγ να διοικήσει και να κατευθύνει επιτυχώς αυτόν τον πολυεθνικό στρατό. Η μορφολογία του εδάφους δυσκόλευε ακόμη περισσότερο το θέατρο των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα στις επιθετικές επιχειρήσεις. Αντιθέτως, διευκόλυνε πολύ το αμυνόμενο στράτευμα. Το υπανάπτυκτο οδικό δίκτυο δεν επέτρεπε να αναπτυχθεί και οργανωθεί ένας γρήγορος και τακτικός εφοδιασμός των στρατευμάτων, καθώς και η έγκαιρη διακομιδή των τραυματιών. Αποτέλεσμα αυτού ήταν, από τους 250.000 μαχίμους στρατιώτες του Μετώπου, οι 100.000 να ευρίσκονται στα μετόπισθεν. Η υγειονομική κατάστασις και το αρκετά βαρύ κλίμα της περιοχής δικαιολογούσαν την ύπαρξη μεγάλου αριθμού απωλειών υγείας και ο αριθμός αυτός συνεχώς μεγάλωνε, μερικές φορές ξεπερνώντας τις πολεμικές απώλειες.
Οι ρωσικές Ταξιαρχίες στις Επιχειρήσεις τον έτους 1916.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες έφθασε απ’ ευθείας στο Μέτωπο η 2α Ειδική Ρωσική Ταξιαρχία, η οποία δεν είχε ακόμη την πλήρη οργανωτική της δομή προς μάχη. Επίσης δεν είχε πολεμική εμπειρία και μάλιστα για ορεινή περιοχή. Υπήρχαν πολλοί άρρωστοι, ενώ οι ενισχύσεις της σχηματίζονταν ακόμη στην Ρωσία. Τέλος, δεν είχαν φθάσει στο Μέτωπο όλα τα τμήματα της Ταξιαρχίας από την Θεσσαλονίκη.
Μαζί με τις 57η και 156η γαλλικές μεραρχίες, η 2α Ταξιαρχία έλαβε πρώτη φορά μέρος στην επίθεση κατά της Φλωρίνης, την οποία είχαν καταλάβει οι Βούλγαροι σε πρόσφατη επίθεση. Στις επιχειρήσεις συμμετείχε αρχικώς μόνον το 3ο Σύνταγμα της Ταξιαρχίας, αφού το 4ο έφθασε στο Μέτωπο μόλις στα τέλη Σεπτεμβρίου. Η επίθεσις που επιχειρήθηκε από το 3ο Τάγμα του 3ου Συντάγματος, εκτιμήθηκε ιδιαιτέρως από την Διοίκηση. Μαζί με τους Γάλλους, οι Ρώσοι αξιωματικοί και στρατιώτες αυτού του Τάγματος, σε επίθεση εφ’ όπλου λόγχη, κατέλαβαν μια σειρά οχυρωμένων υψωμάτων βορείως Φλωρίνης, διασπώντας με την ενέργειά τους την άμυνα των Βουλγάρων.
Το 3ο Σύνταγμα προωθήθηκε πέραν των 25 χιλιομέτρων σε δύσβατη ορεινή τοποθεσία, συλλαμβάνοντας άνω των 100 αιχμαλώτων και καταλαμβάνοντας δύο πολυβόλα. Στις μάχες που ακολούθησαν, και μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου, η 2α Ταξιαρχία είχε 1.400 άνδρες νεκρούς και τραυματίες. Πέραν των απωλειών μάχης, μεγάλωνε και ο αριθμός των απωλειών υγείας από διάφορες ασθένειες. Τουλάχιστον 400 άνδρες ευρίσκονταν στο νοσοκομείο από απώλειες υγείας. Στην αναφορά τον προς την Αγία Πετρούπολη ο στρατηγός Ντίτεριχς, πέραν των απωλειών, έκαμε μνεία για σοβαρές ελλείψεις στον εφοδιασμό της Ταξιαρχίας σε τρόφιμα και για προβλήματα στην μεταφορά ασθενών και τραυματιών.
Παρ’ όλες τις αντιξοότητες, η 2α Ταξιαρχία συνέχισε ενεργά την συμμετοχή της στις επιχειρήσεις. Στα τέλη Σεπτεμβρίου υπό τον στρατηγό Ντίτεριχς, εσχηματίσθη μία κοινή ρωσο-γαλλική μεραρχία (2 ρωσικά συντάγματα και ένα γαλλικό, μαζί με δύο μονάδες ελαφρού και βαρέως Πυροβολικού). Υπό την σύνθεση αυτή επολέμησαν μέχρι το τέλος Νοεμβρίου. Επιτιθέμενοι με κατεύθυνση προς το Μοναστήρι, ενίκησαν κατ’ επανάληψιν τους Βουλγάρους. Στις 4 και 5 Οκτωβρίου, όμως, ενώ η επίθεσις εξελισσόταν επιτυχώς, τα ρωσο-γαλλικά τμήματα ευρέθησαν ενώπιον μίας πολύ καλά οργανωμένης τοποθεσίας. Μετά από προπαρασκευή του Πυροβολικού, το οποίο δεν είχε την ισχύ που θα έπρεπε, τα τάγματα των συνταγμάτων εξεκίνησαν την επίθεση, αλλά χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Εδώ φάνηκε η αδυναμία της υποστηρίξεως του Πυροβολικού, το οποίο δεν ήτο επαρκές να πλήξει καίρια τις θέσεις των αντιπάλων και να καταστρέψει τα συρματοπλέγματα. Έτσι, στις συνεχείς επιθέσεις τους οι άνδρες, εύρισκαν εμπρός τους οργανωμένα συρματοπλέγματα, ενώ τα πυρά των πολυβόλων τους προκαλούσαν πολλαπλές απώλειες.
Αντίπαλοι των Ρώσων την περίοδο αυτή ήσαν κυρίως Βούλγαροι. Δεν δικαιώθηκε η ελπίδα τον «ηθικού δισταγμού», ότι δηλαδή οι Βούλγαροι θα εδίσταζαν να πυροβολήσουν Ρώσους ομοθρήσκους τους. Φαίνεται, ότι οι Βούλγαροι ουδόλως επηρεάσθηκαν από την εμφάνιση των Ρώσων στρατιωτών και αντιστέκονταν σκληρά. Στα τέλη Οκτωβρίου-αρχές Νοεμβρίου, στο υπό την ρωσο-γαλλική μεραρχία Μέτωπο, υπήρξε κάποια σχετική ηρεμία, ενώ δίπλα τους οι Σέρβοι εμάχοντο γενναία, πιέζοντας ασφυκτικά τους Βουλγάρους, που υποχωρούσαν συνεχώς. Καταδιώκοντας συνεχώς τούς υποχωρούντας Βουλγάρους, η ρωσο-γαλλική Μεραρχία, έφθασε στο Μοναστήρι στις 19 Νοεμβρίου και το κατέλαβε. Στην αναφορά τον ο στρατηγός Σαράιγ μεταξύ των άλλων αναφέρει: «Ρώσοι, στα βουνά της Ελλάδος, όπως και στις πεδιάδες της Σερβίας, η μυθική σας γενναιότητα, ποτέ δεν Θα αμφισβητηθεί.»!
Τον Νοέμβριο ενεπλάκη στις πολεμικές επιχειρήσεις και η 4η Ταξιαρχία. Μαζί με την 2α αποτέλεσαν πολύτιμο σύμμαχο των Γάλλων και οι πολεμικές δράσεις τους εκτιμήθηκαν ως λίαν πετυχημένες από τον στρατηγό Σαράιγ. Μάλιστα, η παρασημοφόρησις τον στρατηγού Ντίτεριχς από τον Σαράιγ στις 27 Ιανουαρίου 1917 με το παράσημο της «Επίτιμης Λεγεώνος», αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Οι 1η και 3η Ταξιαρχίες ευρίσκονταν ακόμη στην Γαλλία.
Το έτος 1917, ήταν ξεχωριστή χρονιά για την αυτοκρατορική Ρωσία με την έναρξη ταραχών και μικρο-επαναστάσεων, που κατέληξαν στην μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση, που άλλαξε άρδην την Ιστορία της, αλλά επηρέασε δραματικά και την περαιτέρω δράση και τύχη των ειδικών Ταξιαρχιών, καθώς, μετά την επικράτηση των μπολσεβίκων, άλλαξε η σχέσις αυτών με τους συμμάχους της Αντάντ.
Επακολούθησαν πολλά και λίαν ενδιαφέροντα πολιτικά, στρατιωτικά και διπλωματικά γεγονότα, στα οποία συμμετείχε η Ρωσία ενεργά. Δεν θα αναφερθώ σε άλλες δράσεις των Ταξιαρχιών, διότι εκφεύγουν από τον σκοπό του παρόντος θέματος. Για τους φιλίστορες αναφέρω, ότι ο καθηγητής της σύγχρονης ρωσικής Ιστορίας στο κρατικό Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρουπόλεως, κ. Αντρέι Παύλοβ, συνέγραψε ένα υπέροχο ιστορικό πόνημα με τίτλο «Η Ρωσία και το Μέτωπο της Θεσσαλονίκης», από το οποίο μπορείτε να πληροφορηθείτε λεπτομέρειες για το σύνολο των πολεμικών δράσεων των ρωσικών Ταξιαρχιών.
Συμπεράσματα:
- Συνολικά εστάλησαν στο εξωτερικό από την Ρωσία 844 αξιωματικοί και πολίτες, 43.559 στρατιώτες και κατώτεροι βαθμοφόροι, 33 ιατροί και 50 νοσοκόμοι.
- Οι Ρώσοι στρατιωτικοί επέδειξαν θάρρος και ανδρεία και συνέβαλαν σημαντικά στις επιτυχείς επιχειρήσεις της Αντάντ στο Μακεδονικό Μέτωπο.
- Οι ρωσικές ειδικές Ταξιαρχίες δεν ήταν κατάλληλα προετοιμασμένες για τον πόλεμο αυτόν, ωστόσο επέδειξαν την καλύτερή τους πλευρά κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων. Κέρδισαν 22 από τις 55 μάχες στις οποίες συμμετείχαν.
- Το στοίχημα για την ψυχολογική επιρροή, που θα ασκούσε η εμφάνισις των Ρώσων στρατιωτών στην περιοχή, δεν δικαιώθηκε. Οι Βούλγαροι πολέμησαν τους Ρώσους το ίδιο σκληρά, όπως τους Σέρβους και τους Γάλλους.
- Τα προβλήματα που ενέσκηψαν στα ρωσικά στρατεύματα μετά τα γεγονότα της επαναστάσεως τον 1917 στην Ρωσία, ήταν για τους Γάλλους μία άκρως δυσάρεστη έκπληξις. Τα στρατεύματα που πολεμούσαν μαζί τους γενναία, έγιναν ξαφνικά αναξιόπιστοι σύμμαχοι. Η ευθύνη για την περαιτέρω τύχη των ρωσικών στρατευμάτων, έπεσε πάνω στην Γαλλία. Οι τραγικές επιπτώσεις των επαναστατικών ταραχών και τον εμφυλίου πολέμου στην Ρωσία, είχαν εξαιρετικό αντίκτυπο στους Ρώσους αξιωματικούς και στρατιώτες, που κατέληξαν όμηροι των περιστάσεων. Κάποιοι περίμεναν χρόνια ολόκληρα για να επιστρέψουν στην πατρίδα, άλλοι δεν τα κατάφεραν καθόλου και κάποιοι ευρέθησαν εκεί που δεν ήθελαν.
- Οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις επολέμησαν για την απελευθέρωση περιοχών της Ελλάδος.
- Στους ηρωικά πεσόντες Ρώσους στρατιωτικούς, αλλά και σε όσους συμμετείχαν και επεβίωσαν, αξίζει να αφιερωθεί ικανός χώρος στις σελίδες τις Ιστορίας του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου.
Αιωνία η Μνήμη των ηρωικώς πεσόντων Ρώσων μαχητών του Μακεδονικού Μετώπου!
Οι Έλληνες δεν τους λησμονούμε!
***
Δείτε επίσης το σχετικό άρθρο: Αποκαλυπτήρια Μνημείου πεσόντων Ρώσων Στρατιωτικών στο Μακεδονικό Μέτωπο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Parlmer Alan « Το Μακεδονικόν Μέτωπον και ο Ελληνικός Διχασμός», Συμπληρωματικαί Εκδόσεις Διευθύνσεως Εκδόσεων Αρχηγείου Στρατού, Αθήναι, 1977.
Παύλοβ Α.Ι. «Россия и Салоникский Фронт», Θεσσαλονίκη, 2014.
Α ‘Παγκόσμιος Πόλεμος, από την Βικιπαίδεια.
(*)Πτυχιούχος της Ανωτάτης Σχολής Πολέμου
Πτυχιούχος Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του ΔΠΘ
Πτυχιούχος Τμήματος Οικονομικών του ΑΠΘ
Πτυχιούχος της Ανωτάτης Στρατιωτικής Ακαδημίας Ενόπλων Δυνάμεων της Ρωσικής Ομοσπονδίας